Ένας από τους μεγαλύτερους μύθους που κυκλοφορεί από την φιλοεαμική ιστοριογραφία και ειδικά αυτή του ΚΚΕ, είναι αυτό της «σύγκρουσης του ΕΛΑΣ με το τάγμα των σλαβομακεδόνων(και όχι μόνο) αποσχιστών του Γκότσε». Ο μύθος του ΚΚΕ, λέει ότι ο ΕΛΑΣ υπό τις διαταγές του ΚΚΕ, εκδίωξε το αποσχιστικό Τάγμα του Γκότσε.
Είναι αλήθεια ή μήπως άνδρες του ΕΛΑΣ με δική τους πρωτοβουλία και όχι των προιστάμενων και ελεγχόμενων από το ΚΚΕ ανώτερων κλιμακίων του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, έδιωξαν το Σύνταγμα του Γκότσε;
Πληρέστερη και αυθεντική εξιστόρηση περιέχεται στην έκθεση του διοικητή του Αποσπάσματος Βίτσι/28ου συντάγματος, υπολοχαγού Παύλου Τσάμη, ο οποίος υπήρξε ο πρώτος που συγκρούσθηκε και αιχμαλώτισε μια διλοχία του Γκότσε, στις 6 Οκτωβρίου 1944. Σύμφωνα με την έκθεση αυτή(που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά από τον Δρ Ευάγγελο Κωφό σε συνέδριο του 1984 στο Εθνικό ίδρυμα Ερευνών), στη διοίκηση του Αποσπάσματος είχαν περιέλθει βάσιμες πληροφορίες ότι ο Γκότσε είχε κινηθεί στην περιοχή Κορεστίων για να προκαλέσει γενική εξέγερση του σλαβόφωνου πληθυσμού. Χωρίς να περιμένει τις διαταγές των προϊσταμένων κλιμακίων, το Απόσπασμα κινήθηκε γρήγορα και επέτυχε να αιχμαλωτίσει αναίμακτα τη διλοχία.Ακολούθως όμως διατάχθηκε από τον ίδιο τον πολιτικό επίτροπο της IX μεραρχίας Ρ. Μιχαλέα — τον οποίο συνεπικουρούσε ο σλαβομακεδόνας εθνοσύμβουλος Κεραμιζτήεφ — να απελευθερώσει τους αιχμαλώτους, αλλά χωρίς να έχει και τη σύμφωνη γνώμη του μεράρχου Καλαμπαλίκη. Δυο μέρες αργότερα, έφθασε και η διαταγή του ΓΣ του ΕΛΑΣ, την οποία είχε προκαλέσει ο Καλαμπαλίκης(το πως περιγράφεται στην πηγή), για διάλυση του τάγματος, που φαίνεται ότι αριθμούσε γύρω στους 1000 - 1500 άνδρες διαφόρων εθνοτήτων.
Ας διαβάσουμε λοιπόν τα γεγονότα από τον άμεσα εμπλεκόμενο:…
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΑ ΤΗΝ ΔΡΑΣΙΝ ΤΩΝ ΣΛΑΒΟΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΤΑΓΜΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗΝ
Κατά Μάϊον 1944 περί τους 200 σλαβόφωνους αντάρτας υπό τον εκ Γάβρου Ναούμ Πέϊον εστασίασαν κατά του ΕΛΑΣ, με την δικαιολογίαν ότι δεν τους εδίδετο η έγκρισις να οργανώσουν καθαρώς Σλαβομακεδονικά τμήματα, εντός των κόλπων του ΕΛΑΣ.
Εις την ενέργειαν εκείνην υπεκινήθησαν προφανώς υπό των Γιουγκοσλάβων και συγκεκριμένως υπό του τμήματος συνδέσμου των Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων μετά του ΕΛΑΣ. Το τμήμα εκείνο, δυνάμεως 20 περίπου ανδρών και γυναικών, περιόδευε συνεχώς στην περιοχή Κορεστίων και Καστανοχωρίων και εμμέσως προπαγάνδιζε υπέρ του Σλαβομακεδονικού κινήματος. Αρχηγός του Τμήματος ήταν ένας Σέρβος, ονόματι Ντεάν. Στο τμήμα περιλαμβάνονταν και αρκετές αντάρτισσες, οι οποίες τραγουδούσαν στα χωριά σλαβικά επαναστατικά τραγούδια. Προς ενθάρρυνσιν των Σλαβομακεδόνων ανταρτών, εις την ανάπτυξιν ιδιαιτέρων τμημάτων, είχε περιοδεύσει στην Πρέσπα και τα Κορέστια δύο φορές ο αντιπρόσωπος του Τίτο εις την περιοχήν της σερβικής Μακεδονίας μετέπειτα στρατηγός Βουκμάνοβιτς, με το ψευδώνυμο Τέμπο.
Εναντίον των στασιαστών του Πέϊου, οι οποίοι είχαν συγκεντρωθεί στο Μαλιμάδι, κινήθηκε τμήμα του ΕΛΑΣ υπό τον Γεώργιον Γιαννούλην, οπότε ούτοι αναγκάσθηκαν να καταφύγουν, μέσω Πρεσπών, εις το Γιουγκοσλαβικόν έδαφος. Δια την τακτοποίησιν της ανωμαλίας εκείνης απεστάλη εις σερβικήν Μακεδονίαν ο πολιτικός υπεύθυνος της IX Μεραρχίας του ΕΛΑΣ Ρένος, ο οποίος διεπραγματεύθη μετά της ηγεσίας των Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων και τελικώς,συνεφωνήθησαν τα εξής:
1ον. Να επιτραπεί η επάνοδος εις την Ελλάδα των στασιαστών, άνευ ουδεμιάς κυρώσεως εναντίον των.
2ov. Όσοι εξ αυτών θα επιθυμούσαν να συνεχίσουν αγωνιζόμενοι ως αν-τάρται να ενταχθούν εις διάφορα τμήματα του ΕΛΑΣ.
3ον. Οι υπόλοιποι να θεωρηθούν απολυθέντες εκ των τάξεων του ΕΛΑΣ και να επανέλθουν εις τας εστίας των.
Από του Ιουνίου 1944 άρχισε η επιστροφή των στασιαστών, έχοντες όμως προφανώς σχετικάς οδηγίας από τους Γιουγκοσλάβους, ούτε εις άλλα τμήματα του ΕΛΑΣ ενετάχθησαν, ούτε εις τας εστίας των επέστρεφον, παρά παρέμειναν συγκεντρωμένοι κατά μεγάλας ομάδας και περιεφέροντο ανά τα Κορέστια, προπαγανδίζοντες εις τα χωριά.
Τόσον οι άρρενες, όσο και αι νεανίδες, που είχαν επιστρέψει από την Γιουγκοσλαβίαν, φορούσαν καινούργια ρούχα και αρβύλες, έφερον δε εις μεν το δίκωχο το κόκκινο αστέρι των Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων εις δε την επάνω τσέπην του στήθους μικρή φωτογραφία του Τίτου. Επίσης φορούσαν όλοι κόκκινο μανδήλιο σαν περιλαίμιο. Τέλος ήσαν εφοδιασμένοι με καινούργια οπλοπολυβόλα Μπρεντ αγγλικά, προφανώς από εκείνα που οι Άγγλοι παραχωρούσαν αφειδώς εις τα παρτιζάνικα τμήματα του Τίτο.
Τον Ιούνιο του 1944 είχε αρχίσει η συγκρότησις του Σλαβομακεδονικού τάγματος του Ηλία Δημάκη, που έφερε το ψευδώνυμο Γκότσε Ντέλτσεφ. Στην αρχή αθορύβως στο Τάγμα του, που υπήγετο υπό το 28ον Σύνταγμα ΕΛΑΣ της IX Μεραρχίας, ενετάσσοντο σλαβόφωνοι κομμουνισταί ή προσκείμενοι προς τον Σλαβισμόν, υπήρχον όμως στη δύναμη του και αρκετοί Σλαβόφωνοι ελληνικής συνειδήσεως, καθώς και Βλαχόφωνοι και Ελληνόφωνοι. Δια να αποδείξει ο Γκότσε ότι ήταν πιστός εις την γραμμήν του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ δεν εδίστασε να προσβάλει εστίες των Αξονομακεδονικών τμημάτων της Οχράνας, που είχε δημιουργήσει ο Κάλτσεφ στην περιοχή Καστοριάς.
Αργότερα άρχισαν να εντάσσονται εις τας τάξεις του και αρκετοί από τους στασιαστάς του Πέϊου (Μαΐου 1944),καθώς και πρώην στελέχη της Οχράνα. Κατ' αυτόν τον τρόπο η δύναμίς του υπερέβαινε τους 700, κατά διαστήματα δε απεστέλλοντο αποστολαί εις Γιουγκοσλαβίαν, δια τον εφοδιασμόν εις όπλα, ιματισμόν και τρόφιμα, από τας αποθήκας των Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων.
Σημειωτέον ότι, μετά την αποστασίαν του Πέϊου, ο επί κεφαλής του Γιουγκοσλαβικού Τμήματος συνδέσμου Ντεάν αντεκατεστάθη υπό τίνος Σέρβου ονόματι Κότσκο, ο οποίος επηγγέλετο πρώτα τον τραγουδιστήν. Ο Κότσκο με την ομάδα περιεφέρετο από χωριό σε χωριό, ιδίως στα Κορέστια και εις ομιλία προς τους χωρικούς, προσπαθούσε να διευκρινίσει την θέσιν των Σλαβομακεδόνων εντός του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Η θέσις την οποία ελάμβανε ήτο ότι αγωνίζονται παρά το πλευρόν των Ελλήνων ανταρτών ως Σλαβομακεδόνες, αποτελούντες όμως τμήμα του ΕΛΑΣ. Δεν έλεγε φανερά, ούτε ότι είναι αναπόσπαστο μέρος του ελληνικού λαού, ούτε ότι αποτελούν κάτι το ξεχωριστό από την Ελλάδα.
Κατά το διάστημα του Σεπτεμβρίου 1944 το Τάγμα του Γκότσε ενισχύονταν συνεχώς εις προσωπικόν, σιωπηρώς δε το παρουσίαζαν ως ταξιαρχία. Την ονόμαζον μάλιστα Φλωρινο-Καστοριανή Σλαβομακεδονική Ταξιαρχία (Λέρινσκο - Κόστουρσκα Μπριγκάντα).
Σιγά-σιγά, εις το Τμήμα εκείνο, τα πάντα έπαιρναν σλαβικήν χροιάν. Οι περισσότεροι άνδρες ήσαν ενδεδυμένοι με στολές του βουλγαρικού στρατού, τις οποίες έπαιρναν από τους παρτιζάνους της σερβικής Μακεδονίας. Ο ιματισμός εκείνος προήρχετο από αποθήκες του βουλγαρικού στρατού, που είχαν περιέλθει εις χείρας των παρτιζάνων.
Οι στολές ήσαν καινούργιες, με καμάρι δε οι άνδρες του Γκότσε διατηρούσαν τα βουλγαρικά διακριτικά (επωμίδες, κουμπιά, στέμματα και κορδέλλες στο καπέλο κ.λ.π.). Επίσης τα τμήματα του Γκότσε χρησιμοποιούσαν βουλγαρικά στρατιωτικά παραγγέλματα, μιλούσαν το τοπικό ιδίωμα παραμορφωμένο με σερβικές λέξεις και μάθαιναν τις ώρες που αργούσαν σλαβική γραφή. Στις τάξεις του Γκότσε είχαν πλέον προσέλθει όλοι οι γνωστοί Οχρανίται της περιοχής Φλωρίνης και Καστοριάς και είχε αρχίσει αθρόα μετακίνησις ανταρτών, σλαβόφωνων προφανώς, από τα άλλα τμήματα του ΕΛΑΣ εις το Τάγμα του Γκότσε και ελληνοφώνων από το Τάγμα Γκότσε προς τα άλλα Τμήματα. Περί το τέλος του Σεπτεμβρίου 1944 το Τάγμα Γκότσε απετελείτο κατά τα 9/10 από σλαβόφωνους, η δύναμίς του είχε ανέλθει εις 800 περίπου, ο εξοπλισμός του ήταν πλήρης, απέφευγε δε συστηματικά να εμπλέκεται εις μάχην κατά των Γερμανών, έχοντος κατά νουν την διατήρησιν ανέπαφου της δυνάμεως δια τον διακανονισμόν των ζητημάτων μετά την αποχώρησιν των Γερμανών.
Ο Γκότσε είχε ως πολιτικόν σύμβουλον κυρίως τον εκ Δενδροχωρίου Κεραμιτζήεφ, ο οποίος είχε εκλεγεί και μέλος της ΠΕΕΑ, τας πράξεις του όμως καθοδηγούσαν και οι ευρισκόμενοι εις το Επιτελείον του πρώην Οχρανίται. Κατά τα τέλη Σεπτεμβρίου ο Γκότσε άρχισε να ζητά επιμόνως από την ηγεσίαν του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ την έγκρισιν να αναπτυχθεί εις Ταξιαρχίαν και να εντάσση αθρόως όσους εκ του πληθυσμού επιθυμούσαν άνευ περιορισμού, αποσκοπών προφανώς να εξοπλίσει όλους τους ομοϊδεάτας του, δια να επιβάλει λύσεις δια της δυνάμεως με την αποχώρησιν των Γερμανών. Ζητούσε επίσης να εξουσιοδοτηθεί όπως, με την αποχώρησιν των Γερμανών, την Καστορίαν και την Φλώριναν καταλάβουν αποκλειστικώς τμήματα του. Τα αυτά αιτήματα είχε προβάλει και το εις περιοχήν Αριδαίας συγκροτηθέν παρόμοιον Σλαβομακεδονικόν Τάγμα, υπό τινα Ούρδωφ. Ούτως είχε διαμορφωθεί η κατάστασις, όταν κατά τας αρχάς Οκτωβρίου 1944, ο Γκότσε επανεστάτησε κατά του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ κηρύξας την αυτονομίαν της Μακεδονίας.Τα γεγονότα εξελίχθησαν ως ακολούθως:
Την 5ην Οκτωβρίου του 1944 περιήλθεν εις χείρας ενός βαθμοφόρου του Αποσπάσματος Βίτσιου, που δρούσε κατά την περίοδον εκείνη στην περιοχή Ακρίτα-Πισοδερίου-Πρεσπών, επιστολή από το περιεχόμενο της οποίας συνήγετο το συμπέρασμα ότι το Σλαβομακεδονικό Τάγμα του Γκότσε, ευρισκόμενον στα Κορέστια (Τρίβουνο-Μακροχώρι-Χαλάρα), επρόκειτο να στασιάσει, κηρύσσον την αυτονομίαν της Μακεδονίας, διετάσσετο δε μία διλοχία του Τάγματος, δυνάμεως 200 περίπου ανδρών, η οποία ευρίσκετο εις την περιοχήν Σφήκας, όπως το ταχύτερον ενωθεί μετά της υπολοίπου δυνάμεως εις Κορέστια. Η επιστολή απεστάλη επειγόντως εις τον διοικητήν του Αποσπάσματος Βίτσιου, μόνιμον υπολοχαγόν Παύλον Τσάμην, έχοντα την ημέραν εκείνην τον σταθμόν Διοικήσεως του εις 'Αγιον Γερμανόν Πρεσπών.
Ο αξιωματικός ούτος, μόλις έλαβε γνώσιν του περιεχομένου της επιστολής, χωρίς να έχει σχετικήν τινα οδηγίαν, εθεσεν εις συναγερμόν ολόκληρον την δύναμίν του η οποία ευρίσκετο εις την περιοχήν Πρεσπών, ήτοι τρεις λόχους τυφεκιοφόρων και την πολυβολαρχίαν, συνολικής δυνάμεως 500 περίπου ανδρών (εις Λόχος παρέμενεν εις περιοχήν Ακρίτα (Μπουφίου) ως ασφάλεια του εκεί κλιμακίου της βρεταννικής στρατιωτικής αποστολής) και εντός της νυκτός εκινήθη προς Σφήκα, δια να εξουδετερώσει την εκεί Διλοχίαν του Σλαβομακεδονικού Τάγματος. Πρόθεσις του Αποσπάσματος Βίτσιου ήτο η εν συνεχεία κίνησις προς Κορέστια και εξουδετέρωσις και της υπολοίπου δυνάμεως του Γκότσε.
Η κινηθείσα δύναμις ευρέθη με το πρώτον φως της 6ης Οκτωβρίου 1944 εις την περιοχήν Σφήκας και καθ' όν χρόνον τα τμήματα εκινούντο εκ διαφόρων κατευθύνσεων, δια να εγκλωβίσουν την διλοχίαν, ο Διοικητής του Αποσπάσματος, συνοδευόμενος υπό αριθμού βαθμοφόρων και μιας μικρός δυνάμεως ασφαλείας, εισήλθεν εντός του χωρίου Σφήκα.
Ο αιφνιδιασμός της Διλοχίας υπήρξε πλήρης. Ο διοικητής του Αποσπάσματος προσεπάθησεν εν αρχή να παραπλανήσειτον διοικητήν της Διλοχίας, ονόματι Βασίλειον Μακρήν, καταγόμενον εκ Κρυσταλλοπηγής, παρουσιάζων εις αυτόν πλαστήν Διαταγήν του 28ου Συντάγματος, υπό το οποίον διοικητικώς υπήγετο και το Σλαβομακεδονικόν Τάγμα του Γκότσε, συμφώνως προς την οποίαν η Διλοχία ετίθετο υπό την τακτικήν διοίκησιν του Αποσπάσματος, δια κοινήν ενέργειαν εναντίον γερμανικών φαλαγγών, κινουμένων επί των αρτηριών Κορυτσάς - Φλωρίνης και Ρέσνας -Πρεσπών - Φλωρίνης.
Ο διοικητής της Διλοχίας, ισχυριζόμενος ότι είχε λάβει διαφορετικήν διαταγήν παρά του Τάγματος του, ηρνείτο να συμμορφωθεί προς την πλαστήν διαταγήν και να πορευθεί προς 'Αγιον Γερμανόν - Ακρίταν, όπως διέτασσε ο διοικητής του Αποσπάσματος.
Σημειωτέον ότι τας πρωϊνάς ώρας της 6ης Οκτωβρίου, είχε συλληφθεί μία ανεξάρτητος Διμοιρία του Γκότσε, η οποία ευρίσκετο εις το χωρίον Οξυά Πρεσπών και αφοπλισθείσα, είχε σταλεί υπό συνοδείαν εις 'Αγιον Γερμανόν και είχε εγκλεισθεί εις το Δημοτικόν Σχολείον του χωριού.
Προ της πιέσεως εκ μέρους του διοικητού του Αποσπάσματος, ο Μακρής εζήτησε μικράν προθεσμίαν, δια να συσκεφθεί μετά των βαθμοφόρων του. Επειδή δεν είχε ληφθεί εισέτι αναφορά περί της ολοκληρωτικής κυκλώσεως της Διλοχίας εκ μέρους τμημάτων του Αποσπάσματος, τα οποία συνεπλήρουν την κύκλωσιν υπό τας διαταγάς του Υποδιοικητού του Αποσπάσματος εφέδρου ανθυπολοχαγού Παναγιώτου, παρεσχέθη η αιτουμένη προθεσμία, του διοικητού του Αποσπάσματος μετά της συνοδείας του αποσυρθέντος εις κατάλληλον οίκημα, προς αποφυγήν ενδεχομένης ενόπλου προσβολής του υπό της Διλοχίας. Μετά παρέλευσιν αρκετής ώρας, ο διοικητής της Διλοχίας προσήλθεν εις το οίκημα όπου είχεν αποσυρθεί ο διοικητής του Αποσπάσματος και ανέφερεν ότι είχε ληφθεί απόφασις να σταλεί έκτακτος αγγελιοφόρος εις Κορέστια, δια να συμβουλευθεί επί του πρακτέου τον διοικητήν του Τάγματος του Γκότσε.
Καθ' ον χρόνον είχεν αρχίσει έντονος συζήτησις, του διοικητού του αποσπάσματος επιμένοντος όπως η Διλοχία συμμορφωθεί και πορευθεί αμέσως προς 'Αγιον Γερμανόν, με την πρόθεσιν να αφοπλισθεί και εκείνη, όπως η ανεξάρτητος Διμοιρία, παρουσιάσθη σύνδεσμος, αποσταλείς υπό του Υποδιοικητού του Αποσπάσματος, ο οποίος συμφώνως προς υπάρχουσαν εκ των προτέρων συνεννόησιν ανέφερεν ότι «όλα είναι εν τάξει». Εκείνο εσήμαινε ότι η κύκλωσις είχεν ολοκληρωθεί. Σχεδόν ταυτοχρόνως κατέφθασεν αγγελιοφόρος της Διλοχίας, ο οποίος ασθμαίνων και τελών εν ταραχή, εζήτησε εις την σλαβικήν να ομιλήσει ιδιαιτέρως προς τον διοικητήν του Μακρή.
Προφανώς τον επληροφόρησεν ότι η Διλοχία είχε κυκλωθεί, διότι επιστρέψας ο Μακρής εις το δωμάτιον, όπου ευρίσκετο ο διοικητής του Αποσπάσματος Βίτσιου, μετά της ακολουθίας του, κάτωχρος και τρέμων, αποταθείς προς τούτον είπεν:
«Μα τι! Θα έχωμε δυναμικές λύσεις τώρα;».
Η απάντησις του υπολοχαγού Τσάμη ήτο σαφέστατη: «Αν δεν υπακούσετε, θα αναγκασθήτε δια της βίας να ακολουθήσετε προς 'Αγιον Γερμανόν».
Ο Μακρής εζήτησεν εκ νέου μικράν προθεσμίαν δια να συσκεφθεί μετά των επιτελών του. Κατά το διάστημα που μεσολάβησε, άνδρες τινές της Διλοχίας προσήλθον προς τον διοικητήν του Αποσπάσματος και εμπιστευτικούς του είπον ότι εις την δύναμιν της Διλοχίας περιλαμβάνονται και μερικοί μη σλαβόφωνοι καθώς και ελληνικής συνειδήσεως σλαβόφωνοι, οι οποίοι είναι αποφασισμένοι, αν παραστή ανάγκη, να πλήξουν την Διλοχίαν εκ των ένδον.
Επίσης παρέσχον την πληροφορίαν ότι η Διλοχία Μακρή είχεν επικοινωνήσει κατά την διάρκειαν της νυχτός με το Τάγμα τους και ότι είχε λάβει την εντολή να κινηθεί κατά την επομένην νύκτα της 6/7 Οκτωβρίου προς Κορέστια και να συνενωθεί με την κυρίαν δύναμιν.
Τέλος επληροφόρησαν τον διοικητήν του Αποσπάσματος ότι ο Γκότσε είχε κηρύξει εις τα Κορέστια την αυτονόμησιν της Μακεδονίας,, ότι είχε κηρύξει επίσης γενικήν επιστράτευσιν και η δύναμίς του είχε ανέλθει εις 2000 περίπου ενόπλους, ότι είχε προβεί εις την επίταξιν κτηνών και τροφίμων και ότι, εάν δεν εγίνοντο δεκτά τα αιτήματα τουπρος πλήρη ανεξαρτησίαν των Σλαβομακεδόνων, θα έφθανε εις ένοπλον ρήξιν με το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ.
Η προθεσμία δια την σύσκεψιν είχε παρέλθει και ως εκ τούτου ο διοικητής του Αποσπάσματος Βίτσιου, αντιλαμβανόμενος ότι επίτηδες εχρονοτρίβουν δια να λάβουν ενδεχομένως νέας οδηγίας παρά του Γκότσε ή ενίσχυσιν, δι' αγγελιοφόρου, έταξεν ημίωρον παράτασιν της προθεσμίας, κατόπιν της οποίας όφειλεν η Διλοχία να συγκεντρωθεί εις την πλατείαν του χωριού Σφήκα, άλλως θα εξηναγκάζετο εις τούτο δια της βίας.
Με την εκπνοήν της νέας προθεσμίας, ο διοικητής της Διλοχίας ειδοποίησεν ότι έδωκεν ήδη εντολήν όπως τα τμήματα του αποσυρθούν εκ των πέριξ και εγγύς του χωρίου υψωμάτων όπου ήσαν εγκατεστημένα και συγκεντρωθούν εις την πλατείαν του χωρίου.
Πράγματι, μετ' ολίγον ήρχισαν να κατέρχωνται εκ των υψωμάτων τα πρώτα τμήματα εν πλήρει σιγή. Οι οπλίται ήσαν κατηφείς, οι δε βαθμοφόροι χαμηλοφώνως και με βραχέα παραγγέλματα τα κατηύθυναν εις τον χώρον συγκεντρώσεως.
Καθ' ον χρόνον συνεχίζετο η συγκέντρωσις από τα νοτιοδυτικά δασωμένα υψώματα, ακούσθηκαν τυφεκιοβολισμοί και ριπαί πολυβόλων, τα οποία έπαυσαν μετ' ολίγων λεπτών της ώρας. Αγγελιοφόρος ο οποίος κατέφθασεν μετ' ολίγον ανέφερεν ότι ένα τμήμα της Διλοχίας, μη συμμορφούμενον προς την εντολήν όπως κατέλθη εντός του χωρίουεπεχείρησε να διαφύγει και ως εκ τούτου το εγγύς τμήμα του Αποσπάσματος ηναγκάσθη να κάνει χρήσιν των όπλων, με αποτέλεσμα να τραυματισθούν μερικοί εκ των ανδρών της Διλοχίας και ορισμένοι να διαφύγουν εντός της δασώδους περιοχής.
Το συμβάν αυτό επέτεινεν ακόμη περισσότερον την κατήφειαν των ανδρών της Διλοχίας, ο δε διοικητής αυτής υπέβαλε σχετικό παράπονο προς τον Διοικητήν του Αποσπάσματος, ο οποίος του κατέστησε σαφές ότι δεν θα εδίσταζε να κάνει χρήσιν των όπλων, αν δεν συνεμορφώνετο η Διλοχία πλήρως προς τας διαταγάς του.
Η συγκέντρωσις συνεχίζετο με βραδύν ρυθμόν και η ώρα παρήρχετο. Ήδη επλησίαζεν η εσπέρα και ως εκ τούτου, κατόπιν συσκέψεως των αξιωματικών του Αποσπάσματος, απεφασίσθη να περιορισθούν οι άνδρες της Διλοχίας εις ωρισμένα οικήματα, περί το κέντρον του χωρίου και να οδηγηθούν κατ' ευθείαν προς Ακρίταν την επομένην, όπερ και εγένετο. Κατά την νύχτα της 6/7 Οκτωβρίου ο διοικητής του Αποσπάσματος κατήλθεν προς διανυκτέρευσιν εις φιλικήν οικογένειαν του εγγύς χωρίου Οξυά, συμπτωματικώς δε διέφυγεν δολοφονίαν εκ μέρους διαφυγόντων ανδρών της Διλοχίας Μακρή.
Την επομένην, 7ην Οκτωβρίου 1944, η Διλοχία Μακρή ωδηγήθη υπό συνοδείαν εκ μέρους της δυνάμεως του Αποσπάσματος εκ Σφήκας προς 'Αγιον Γερμανόν. Προ της εκκινήσεως εκ Σφήκας, κατέφθασε εις το χωρίον απεσταλμένος εκ μέρους του Καπετάνιου του Αποσπάσματος Βίτσιου Γιαννούλη, ο οποίος συνήθως απουσίαζεν από το Τμήμα, ασχολούμενος με ζητήματα πολιτικής φύσεως, κινούμενος μεταξύ Βίτσιου και Πενταλόφου, όπου η έδρα της IX Μεραρχίας, ο οποίος εκόμισε σημείωμα τούτου απευθυνόμενον προς τον διοικητήν του Αποσπάσματος Βίτσιου υπολοχαγόν Τσάμη και με το οποίον τον επληροφόρει ότι εις τα προϊστάμενα κλιμάκια είχαν όλοι αναστατωθεί από το κτύπημα των Σλαβομακεδόνων υπό του Αποσπάσματος, και ότι εις τας ενεργείας του έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικός, διότι ουδείς λαμβάνει σαφή θέσιν και διότι ωρισμένοι ζητούσαν «την κεφαλή του επί πινάκι».
Κατά την πορείαν προς 'Αγιον Γερμανόν προηγείτο Λόχος του Αποσπάσματος, ηκολούθει η Διλοχία των Σλαβομακεδόνων και έποντο οι άλλοι δύο Λόχοι και η πολυβολαρχία του Αποσπάσματος. Επίσης, εκατέρωθεν της Διλοχίας, κατά διαστήματα επορεύοντο άνδρες του Αποσπάσματος, οπλισμένοι με αυτόματα, δια να προληφθεί πάσα απόπειρα διαφυγής μεμονωμένων ανδρών αυτής.
Περί την 10.00 ώραν της 7ης Οκτωβρίου και όταν η φάλαγξ ευρίσκετο εν πορεία προς 'Αγιον Γερμανόν, εκ της κατευθύνσεως Πρεβόλι, ενεφανίσθη δεκαμελής περίπου ομάς ενόπλων ανδρών, η οποία εζήτησε να ιδεί τον διοικητή του Αποσπάσματος, όστις εκινείτο έφιππος περί την ουράν της όλης φάλαγγος. Επί κεφαλής της ομάδος ήτο ο πολιτικός της IX Μεραρχίας Ρένος, μεταξύ δε των ανδρών ο εκ Γάβρου πολιτικός των Σλαβομακεδόνων και μέλος της ΠΕΕΑ Κεραμιτζήεφ και εις Γιουγκοσλάβος στρατιωτικός.
Μόλις ο διοικητής του Αποσπάσματος έφθασε εις το σημείον της οδού όπου ευρίσκετο η ομάς και προτού αφιππεύσει,εδέχθη επίθεσιν εκ μέρους του Κεραμιτζήεφ, ο οποίος έις έντονον ύφος, του επέσεισε την απειλήν ότι «θα δώση λόγον που σκότωσε τα παιδιά», εννοών του Σλαβομακεδόνες του Γκότσε.
Οργισθείς εκ της τοιαύτης συμπεριφοράς ο διοικητής του Αποσπάσματος, χωρίς εισέτι να αφιππεύσει, του απήντησε ότι «δεν σκότωσαν πολλούς, διότι δεν χρειάσθηκε, αν όμως χρειαζόταν θα τους σκότωνε όλους». Εν συνεχεία του ετόνισε ότι δεν είχε μαζί του καμιά κουβέντα και αφιππεύσας, επλησίασεν τον πολιτικόν της Μεραρχίας. Εκείνος παρέσυρε τον Διοικητήν παράμερα και τον ηρώτησε τι ακριβώς είχε συμβεί. Ο Διοικητής του εξιστόρισε εν συντομία τα συμβάντα και τον επληροφόρησεν επί της προθέσεως του να οδηγήσει την Διλοχίαν εις 'Αγιον Γερμανόν - Ακρίταν, να την αφοπλίσει και εν συνεχεία να στραφεί προς Κορέστια, δια να προσβάλει την υπόλοιπον δύναμιν του Γκότσε, έχων αποκλεισμένην την προς Γιουγκοσλαβίαν οδόν διαφυγής δια Πρεσπών. Έλαβε χώραν τότε ζωηρά συζήτησις μεταξύ των δύο ανδρών, του μεν πολιτικού επιμένοντος ότι έπρεπε να αφεθεί ελευθέρα η Διλοχία, καθώς και η ήδη εις Άγιον Γερμανόν αφοπλισμένη Διμοιρία του Γκότσε, του δε Διοικητού προσπαθούντος να του επισημάνει τον μέγιστον κίνδυνον ο οποίος ανέκυπτε δια την Μακεδονίαν εκ του στασιαστικού κινήματος του Γκότσε. Τελικώς ο πολιτικός έθεσε θέμα υπακοής προς διαταγήν της Μεραρχίας και ανέλαβεν πάσαν ευθύνην περαιτέρω χειρισμού του όλου ζητήματος. Κατόπιν τούτου η αιχμαλωτισμένη Διλοχία του Γκότσε αφέθη ελευθέρα, όταν η φάλαγξ ευρίσκετο πέραν του χωρίου Καρυές, το δε Απόσπασμα συνέχισε την πορεία προς Άγιον Γερμανόν.
Ενώ η φάλαγξ επλησίαζεν εις Άγιον Γερμανόν, ελήφθη διαταγή του 28ου Συντάγματος, ούτινος διοικητής ήτο ο μόνιμος αντισυνταγματάρχης Τζανάτος και εις τον οποίον υπήγετο διοικητικώς και το Απόσπασμα Βίτσιου, όπως το Απόσπασμα κινηθή εσπευσμένως προς περιοχήν Φλάμπουρου, διότι κινδύνευε η διοίκησις του Συντάγματος να προσβληθή από τα επαναστατήσαντα Σλαβομακεδονικά τμήματα.
Κατόπιν τούτων: τα γεγονότα εξελίχθησαν ως ακολούθως:
Το Απόσπασμα Βίτσιου, αφού άφησε μίαν μικράν φρουράν εις Άγιον Γερμανόν δια την φρούρησιν των αφοπλισμένων Σλαβομακεδόνων και μίαν Διμοιρίαν μετά πολυβόλων επί του υψώματος Αγίου Ιωάννου Λαιμού, δια την αποκοπήν της επικοινωνίας μετά της Γιουγκοσλαβίας, εν συνεργασία μετά του εις Λαιμόν εφεδρικού λόχου του ΕΛΑΣ δια της υπολοίπου δυνάμεως συνέχισε την κίνησίν του προς Μπούφι - Άνω Κλεινάς, όπου έφθασε τας βραδυνάς ώρας της 7ης Οκτωβρίου. Μετά 3ωρον περίπου ανάπαυσιν τη νύκτα της 7/8 Οκτωβρίου συνέχισε την πορείαν του δια μέσου της πεδιάδος Φλωρίνης (Άνω Κλειναί - Καληνίκη - Αρμενοχώρι) και τας πρωϊνάς ώρας της 9ης Οκτωβρίου έφθασεν εις Πέρασμα. Εκείθεν, κατόπιν νεωτέρας εντολής, κατηυθύνθη εις Κάτω Υδρούσαν, όπου, τας απογευματινάς ώρας έλαβε εντολήν να κινηθεί εις την κατεύθυνσιν Κάτω Υδρούσα -Πολυπόταμος - Μακροχώρι, προκειμένου να προσβάλει τα στασιάσαντα τμήματα του Γκότσε. Ταυτοχρόνως παρείχετο η πληροφορία ότι τμήματα του 27ου Συντάγματος, υπό τον μόνιμον λοχαγόν Καρατάσιον εκινούντο από νότου προς Κορέστια, με την αυτήν αποστολήν. Η απόφασις της ηγεσίας του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ δια την δια των όπλων προσβολήν των Σλαβομακεδόνων του Γκότσε ελήφθη πολύ αργά. Είχε χαθεί η ευκαιρία να εξοντωθούν μέχρις ενός, εάν δεν εμποδίζετο εις την απόφασίν του το Απόσπασμα Βίτσιου, το οποίον εκράτει αποκεκομμένην την οδόν υποχωρήσεως των στασιαστών προς Γιουγκοσλαβίαν από της 6ης Οκτωβρίου.
Οι στασιασταί θα ετίθεντο μεταξύ δύο πυρών, ενώ τώρα θα ελάμβανεν χώραν απλή απώθησις τούτων προς Γιουγκοσλαβίαν, όπως και έγινεν.
Μετά την εκ Πρεσπών αναχώρησιν του Αποσπάσματος Βίτσιου, κατόπιν εντολής του πολιτικού της IX Μεραρχίας Ρένου, οι αφοπλισθέντες Σλαβομακεδόνες του Γκότσε αφέθησαν ελεύθεροι και εντός της νυκτός 7/8 Οκτωβρίουσυνενώθησαν μετά των εις Κορέστια δυνάμεων του Γκότσε.
Η εις Πρέσπαν αφεθείσα δύναμις του Αποσπάσματος διετάχθη επίσης να κινηθεί προς Ακρίταν και να συνενωθεί μετά του Αποσπάσματος. Τοιουτοτρόπως παρέμεινε τελείως ελευθέρα η δίοδος Πρεσπών.
Τα τμήματα του Αποσπάσματος Βίτσιου και του 27ου Συντάγματος κινηθέντα την 10η Οκτωβρίου προς Κορέστια δεν συνήντησαν παρά ελαφρά τμήματα οπισθοφυλακών του Γκότσε, ο οποίος, άμα τη πληροφορία ότι κινούνται εναντίον του δυνάμεις υπεχώρησεν προς Πρέσπαν και εκείθεν δια Δουμπιάνης-Λουμπόϊνο εισήλθεν εις το Γιουγκοσλαβικό έδαφος. Το Απόσπασμα Βίτσιου έδωσε μάχη με τα τελευταίαα τμήματα του Γκότσε εις περιοχήν Γάβρου, κατά την οποίαν και ετραυματίσθη εις εκ των ανδρών του. Επίσης τμήματα του 27ου Συντάγματος συνεπλάκησαν με τμήματα οπισθοφυλακής του Γκότσε εις περιοχήν Βατοχωρίου -Κρυσταλλοπηγής, κατά την οποίαν εφονεύθη ο εις το 27 Σύνταγμα υπηρετών μόνιμος Επιλοχίας Εμμ. Δατσέρης.
Τα στασιάσαντα τμήματα του Γκότσε, δυνάμεως 2.000 περίπου μεταφέρθησαν εν τάχει εκ σερβικής Πρέσπας εις τον Τομέα Μοναστηρίου και επεχείρησαν να εισχωρήσουν εντός του ελληνικού εδάφους από την κατεύθυνσιν Αγίας Παρασκευής και Εθνικού.
Εν τω μεταξύ όμως τμήματα του 27 Συντάγματος εφρούρουν το τμήμα της μεθορίου Πρεσπών και τοιαύτα του Αποσπάσματος Βίτσιου το τμήμα από Ακρίτα μέχρις Αγίας Παρασκευής. Εν τη προσπάθεια των όθεν όπως εισβάλλουν εις τον τομέα Εθνικού - Παρωρίου, συνήντησαν την αντίστασιν των τμημάτων του Αποσπάσματος κατά την συναφθείσαν δε μάχην περί τα μέσα Οκτωβρίου εις τα υψώματα Εθνικού, υπέστησαν σοβαρές απώλειες και ηναγκάσθησαν να συμπτυχθούν εντός του Γιουγκοσλαβικού εδάφους.
Ολίγας ημέρας βραδύτερον, τμήματα του Γκότσε, εισέβαλον κατά την διάρκειαν της νυκτός εις το χωρίον Πολυπλάτανος και ήρπασαν σημαντικήν ποσότητα σιτηρών εκ των εκεί αποθηκών.
Η κατάστασις αυτή συνεχίσθηκε μέχρι της αποχωρήσεως και της τελευταίας δυνάμεως των Γερμανών εξ Ελλάδος την 1ην Νοεμβρίου του 1944, οπότε, το μεν 27 Σύνταγμα επήνδρωσε την ελληνογιουγκοσλαβικήν μεθόριον από λίμνης Πρεσπών μέχρις Εθνικού, το δε Απόσπασμα Βίτσιου, από Αγίας Παρασκευής μέχρι Μεσοχωρίου.
Τα γιουγκοσλαβικά φυλάκια, μέχρι περίπου του τέλους του 1944, ήσαν επηνδρωμένα με τμήματα του Γκότσε, βραδύτερον δε αντικατεστάθηκαν με τμήματα Σέρβων παρτιζάνων.
Υπολοχαγός Παύλος Τσάμης Διοικητής
Αποσπάσματος Βίτσι 28ου Συντάγματος ΕΛΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου