Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2018

Γ. Μεζεβίρη : Το Ναυτικό στη Μέση Ανατολή. Η αναταραχή Μάρτιος 1943 - Μάρτιος 1944



ΝΑΥΑΡΧΟΣ ΜΕΖΕΒΙΡΗΣ


 Το Ναυτικό στη Μέση Ανατολή
Η αναταραχή
Μάρτιος 1943 - Μάρτιος 1944
 

(πηγή: Γ. Μεζεβίρη  Αντιναυάρχου ε.α.,
"Τέσσαρες δεκαετίες εις την Υπηρεσίαν του Β. Ναυτικού",
Αθήναι 1971)
 



Ο Ελληνικός Στόλος που είχε διαφύγει στην Αίγυπτο τον Απρίλιο του 1941, συνέχισε την πολεμική του δράση στο πλευρό των Συμμάχων. Μετά από μια πρώτη περίοδο ανωμαλιών, η πολεμική απόδοση του Στόλου είχε σημαντικά βελτιωθεί και η οργάνωσή του είχε σημειώσει σημαντική πρόοδο. Ιδιαίτερα από τον Μάιο του 1942 με την ανάληψη των καθηκόντων του Αρχηγού Στόλου από τον Υποναύαρχο Σακελλαρίου.


Η κατάσταση του Ελληνικού Στόλου την Άνοιξη του 1943


Όλα τα πλοία επιφανείας που είχαν διαφύγει από την Ελλάδα βρίσκονταν σε ενεργή υπηρεσία: Το αντιτορπιλικό (α/τ) «ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ» , τα δυο α/τ τύπου «ΥΔΡΑ» και τα τρία α/τ τύπου «ΑΕΤΟΣ» εκτελούσαν συνοδείες. Το θωρηκτό «ΑΒΕΡΩΦ» παρέμενε στο Πορτ Σάιντ σαν πλωτό αντιαεροπορικό πυροβολείο και έδρα του Αρχηγού το Στόλου και του επιτελείου του. Τα τρία μικρά αντιτορπιλικά χρησιμοποιούνταν για βοηθητικές υπηρεσίες στη Διώρυγα του Σουέζ. Κανένα από αυτά τα πλοία δεν είχε υποστεί ζημιές σε προσωπικό ή υλικό, από εχθρική δράση.

Αντίθετα, από τα υποβρύχια δυο μόνο ήταν σε ενέργεια: Ο «ΤΡΙΤΩΝ» είχε βρει ένδοξο τέλος στις ελληνικές θάλασσες μετά από λαμπρή δράση, ο «ΓΛΑΥΚΟΣ» είχε βυθιστεί στην Μάλτα μετά από αεροπορική επίθεση και ο «ΝΗΡΕΥΣ» βρισκόταν σε μακρά επισκευή.

Την ίδια εποχή το Ελληνικό Ναυτικό είχε ενισχυθεί με πέντε πλοία συνοδείας τύπου Hunt, από τα οποία δυο βρίσκονταν ακόμα στην Αγγλία και μια κορβέτα. Είχαν ακόμα διατεθεί ένα Αγγλικό υποβρύχιο, που βρίσκονταν υπό παράδοση στην Αγγλία, και ένα Ιταλικό, που είχε συλληφθεί από τους Άγγλους και βρίσκονταν σε μακροχρόνια επισκευή.

Τα πλοία που διέφυγαν από την Ελλάδα υποβλήθηκαν αρχικά σε πολύμηνες επισκευές, που είχαν απόλυτη ανάγκη, λόγω του πεπαλαιωμένου υλικού τους. Παράλληλα, εκσυγχρονίστηκε ο αντιαεροπορικός εξοπλισμός και εφοδιάστηκαν με ανθυποβρυχιακές συσκευές και καλύφθηκαν, έτσι, δυο μεγάλες ελλείψεις τους.

Η όλη οργάνωση των ναυτικών υπηρεσιών ήταν τελείως διαφορετική από εκείνη στην Ελλάδα: Η Ανωτέρα Διοίκηση Αντιτορπιλικών, Διοικητής της οποίας ήταν ο Πλοίαρχος Μεζεβίρης, είχε καταργηθεί. Το α/τ «ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ» με τις νέες μονάδες είχαν ενταχθεί σε Αγγλικές Μοίρες και τα παλιά αντιτορπιλικά εκτελούσαν αποστολές που διέταζαν οι Αγγλικές αρχές. Τα υποβρύχια που έδρευαν στην
Βηρυτό διοικούνταν από Έλληνα Διοικητή. Τα καθήκοντα του Αρχηγού Στόλου είχαν ουσιαστικά περιοριστεί σε διοικητικά, καθώς όλες οι κινήσεις των πλοίων διατάζονταν και τα έξοδα καλύπτονταν από τον Βρετανό Στόλαρχο. Κατόπιν απαιτήσεως των Άγγλων, οι κυβερνήτες των πλοίων μας που συνεργάζονταν με Αγγλικά δεν έπρεπε να έχουν βαθμό ανώτερο του Πλωτάρχη γιατί σε αντίθετη περίπτωση σε όλες τις μικτές συνοδείες οι Διοικητές θα ήταν Έλληνες. Η θαλάσσια υπηρεσία αποκλείονταν έτσι για τους Πλοιάρχους και για τους περισσότερους από τους Αντιπλοιάρχους. Το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού είχε καταργηθεί και οι δικαιοδοσίες του είχαν αναληφθεί από τον Αρχηγό του Στόλου. Το Υπουργείο Ναυτικών διατηρούσε σκιώδη εξουσία και ασχολούνταν με λίγα γενικά ζητήματα του προσωπικού.


Η αναταραχή


Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης διηγείται:

«Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Παναγιώτης Κανελλόπουλος μετά τη αποτυχία του να αποκαταστήσει την τάξη στις ταξιαρχίες στη Βηρυτό, υπέβαλε την παραίτησή του στις αρχές Μαρτίου του 1943. Η κατάσταση επιδεινώνονταν.  Φυλλάδια διανέμονταν κρυφά στις στρατιωτικές μονάδες και στα πολεμικά πλοία που έβριζαν τους «φασίστες» αξιωματικούς. Τα πλοία εξακολουθούσαν να εκτελούν κανονικά τις αποστολές τους παρότι, σε μερικά από αυτά, είχε παρατηρηθεί κάποια αναταραχή στα πληρώματα που προκαλούσαν επιστρατευθέντες ναύτες του Εμπορικού Ναυτικού. Άρχισαν να εκφράζονται φόβοι για ενδεχόμενη διασάλευση της τάξης στα πλοία. Οι φόβοι αυτοί μεγαλοποιούνταν από εκείνους που είχαν συμφέρον να αλλάξει η κατάσταση.
Από την άφιξή μου στην Αίγυπτο δεν μου είχε δοθεί η ευκαιρία να έρθω σε επαφή με το μαχόμενο Ναυτικό γιατί τα πλοία ήταν απασχολημένα σε αποστολές. Από τις επαφές όμως που είχα όμως με αξιωματικούς που υπηρετούσαν στην Αλεξάνδρεια και στην Βηρυτό, διαπίστωσα μια διάχυτη δυσαρέσκεια.. Αρκετοί ισχυρίζονταν ότι εφαρμόζονταν υπερβολικά αυστηρές μέθοδοι διοίκησης που έφθαναν κάποιες φορές σε σκληρότητες και αδικίες. Επειδή οι πληροφορίες αυτές προέρχονταν, κυρίως, από εκείνους που είχαν αφορμές για προσωπικά  παράπονα, δεν γνωρίζω αν τα λεγόμενα τους ήταν δικαιολογημένα  Τα παράπονα όμως αυτά έφταναν μέχρι την Κυβέρνηση για να την πιέσουν να πάρει μέτρα κατά της Διοίκησης του Ναυτικού.

Την περίοδο εκείνη κυκλοφορούσαν φήμες ότι η Κυβέρνηση τελούσε υπό παραίτηση και αναμένονταν ανασχηματισμός με συμμετοχή ακραιφνώς δημοκρατικών στοιχείων. Ο ανασχηματισμός μου ανακοινώθηκε από τον αποχωρούντα Υφυπουργό Ναυτικών, το βράδυ της 24ης Μαρτίου 1943. Νέος Υπουργός ανελάμβανε ο δικηγόρος της Αλεξανδρείας Ρούσσος, φανατικός δημοκρατικός , που είχε παλαιότερα διατελέσει Υπουργός στην Ελλάδα. Στην κυβερνητική ανακοίνωση του ανασχηματισμού περιλαμβάνονταν και η αποδοχή της, μη υποβληθείσας, παραίτησης του Αρχηγού του Στόλου. Στη θέση του Αρχηγού του Στόλου δίνονταν με τον τρόπο αυτό πολιτικός χαρακτήρας.

Νέος Αρχηγός του Στόλου ανελάμβανε ο έφεδρος Πλοίαρχος Κ. Αλεξανδρής, Ναυτικός Ακόλουθος στο Λονδίνο. Αξιωματικός με πολλά προσόντα, είχε απομακρυνθεί  από τις τάξεις του Ναυτικού το 1935 με τον βαθμό του Αντιπλοιάρχου λόγω της συμμετοχής του στο κίνημα και δεν είχε ποτέ ασκήσει Ανωτέρα Διοίκηση ούτε είχε πάρει μέρος στον πόλεμο στην Ελλάδα. Η ονομασία του Πλοιάρχου Αλεξανδρή προκάλεσε κατάπληξη στους ναυτικούς κύκλους, με εξαίρεση εκείνων που ήταν μυημένοι στα μυστήρια των πολιτικών παρασκηνίων. Ένας συνάδελφος που δεν είχε λάβει μέρος στο κίνημα του 1935, αλλά είχε στενούς δεσμούς με εκείνους που είχαν συμμετάσχει, μου απεκάλυψε ότι οι εξελίξεις αυτές προετοιμάζονταν από πολύ καιρό και πρόσθεσε «πρέπει να αντιληφθείς ότι τώρα επικράτησε το κίνημα του 1935».

Η νέα κατάσταση αποτέλεσε για μένα βαρύ πλήγμα. Με την ανάθεση σε νεώτερό μου αξιωματικό της πρώτης θέσης του Ναυτικού, αποκλείονταν η χρησιμοποίησή μου σε οποιανδήποτε υπηρεσία. Μετά την απομάκρυνση των δυο Ναυάρχων  ήταν φυσικό, σαν αρχαιότερος των άλλων αξιωματικών άλλα κυρίως λόγω της πολεμικής μου προϋπηρεσίας στην Ελλάδα, να περιμένω να μου ανατεθούν τα καθήκοντα του Αρχηγού του Στόλου. Την αδικία που έγινε σε βάρος μου αναγνώριζε και η μεγάλη πλειοψηφία των αξιωματικών που υπηρετούσαν στην Αίγυπτο.

Όταν το πρωί της επομένης ημέρας επισκέφθηκα τον νέον Υπουργό και διαμαρτυρήθηκα έντονα, μου απάντησε ότι, πράγματι, γνώριζε από τον προκάτοχό του τα σχετικά με την προϋπηρεσία μου και την πολεμική μου δράση και θα ήμουν ασφαλώς ο ενδεδειγμένος Αρχηγός του Στόλου. Επειδή όμως είχα διατελέσει Επίτροπος του Έκτακτου Ναυτοδικείου το 1935, δεν θα ήμουν σήμερα ανεκτός σαν Αρχηγός από εκείνους που είχα καταδικάσει! Ο Υπουργός μου συνέστησε, τέλος, να δω τον Πρωθυπουργό και τον Βασιλιά. Ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης Εμμανουήλ Τσουδερός μου έπλεξε το εγκώμιο και επανέλαβε και αυτός ότι ήμουν ο ενδεδειγμένος Αρχηγός του Στόλου και πρόσθεσε «απορώ πώς έγινε αυτό το πράγμα». Τελικά με παρέπεμψε στον Υπουργό Ναυτικών να το ρυθμίσει. Ο Βασιλεύς Γεώργιος Β’ με δέχτηκε με ευμένεια, ζήτησε λεπτομερείς πληροφορίες για τα συμβαίνοντα στην Ελλάδα, για το ζήτημα μου όμως μου είπε –όπως ήταν φυσικό- ότι αυτό ήταν καθαρά κυβερνητικό. Ο Διάδοχος Παύλος που με δέχθηκε στη συνέχεια εθιμοτυπικά, μόλις με είδε και με τον αυθορμητισμό που τον χαρακτήριζε, μου είπε ότι ο ίδιος διαφωνούσε ριζικά με όσα συνέβησαν. Σε νέα κοινή συνάντηση που είχα με τον Πρωθυπουργό και τον Υπουργό Ναυτικών, επανέλαβαν τους επαίνους τους χωρίς όμως να δίνουν λύση στο ζήτημα.  Σε επόμενη παρουσίασή μου στον Υπουργό, τον άκουσα με αγανάκτηση να μου προτείνει τη θέση του Ναυτικού Ακολούθου στην Άγκυρα, στην οποία έδινε μεγάλη σημασία. Του δήλωσα ότι θα του υποβάλλω  εγγράφως τις αντιλήψεις μου. Στην αναφορά μου, αφού παρουσίαζα τα σχετικά με τη σταδιοδρομία μου και διαμαρτυρόμουν έντονα για όσα είχαν προηγηθεί, υπέβαλλα διάφορες προτάσεις για τη χρησιμοποίησή μου σε μάχιμη υπηρεσία. Ειδικότερα πρότεινα να αποστρατευτώ και να ανακληθώ ως έφεδρος, οπότε αυτόματα θα γινόμουν νεώτερος στην αρχαιότητα από τον νέο Αρχηγό του Στόλου που είχε στο μεταξύ μονιμοποιηθεί. Θα μπορούσα έτσι, τυπικά, να υπηρετήσω κάτω από τις διαταγές του στη θέση του Ανώτερου Διοικητή Αντιτορπιλικών μετά την ανασύστασή της.   Σε απάντηση έλαβα ένα στυγνό έγγραφο που με έπεισε ότι ήταν περιττό να συνεχίσω τις προσπάθειές μου. Άλλωστε αναμενόταν ορκωμοσία νέου Υπουργού των Ναυτικών.

Στις 7 Μαΐου 1943 έγινε νέος αιφνιδιασμός. Ο νέος Αρχηγός Στόλου, πριν ακόμα αναλάβει τα καθήκοντά του, προάγονταν κατά απόλυτο εκλογή σε Υποναύαρχο. Διαγράφονταν έτσι η σταδιοδρομία σε περίοδο ειρήνης και πολέμου των αρχαιοτέρων του για μια ολόκληρη οκταετία, κατά την οποία αυτός είχε βρεθεί έξω από το ενεργό Ναυτικό. Η ενέργεια αυτή της Κυβέρνησης είχε πολύ κακό αντίκτυπο στο σώμα των Αξιωματικών και οι αρχαιότεροι με τον βαθμό του Πλοιάρχου υπέβαλλαν έντονες διαμαρτυρίες για την δεύτερη αυτή αδικία.  Ο ίδιος ο νέος Αρχηγός του Στόλου και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου με αναφορά τους εισηγήθηκαν για την αποκατάσταση της τάξης να προαχθώ και εγώ και να αποκατασταθώ στην αρχαιότητά μου. Ο νέος Υπουργός των Ναυτικών Σοφοκλής Βενιζέλος με κάλεσε και μου γνώρισε ότι η προαγωγή έγινε εν αγνοία του και πριν αναλάβει τα καθήκοντά του. Μου δήλωσε ότι θα αποκαθιστούσε την αδικία.

Πράγματι, μετά από δυο βδομάδες μου ανακοινώθηκε η προαγωγή μου σε Υποναύαρχο αναδρομικά από την ημέρα προαγωγής του νεωτέρου μου. Με τον τρόπο αυτό ανακτούσα την αρχαιότητά μου. Μου είχε ήδη απονεμηθεί ο Πολεμικός Σταυρός για την επιτυχή πολεμική μου υπηρεσία στη Ελλάδα και τον τραυματισμό μου κατά την καταβύθιση της «ΥΔΡΑΣ» από τον εχθρό. Η προαγωγή  δεν έλυνε το ζήτημα ανάληψης μάχιμης υπηρεσίας καθώς ορίστηκα απλά μέλος του Ανωτέρου Ναυτικού Συμβουλίου που ανασυστάθηκε. Ο Υπουργός επιθυμούσε να ανασυστήσει το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού και να με θέσει επικεφαλής του, παρεμποδίζονταν όμως να πραγματοποιήσει το σχέδιό του. Τελικά μου πρότεινε να αναλάβω τα καθήκοντα του Ναυτικού Ακολούθου Λονδίνου. Αρνήθηκα έντονα, παρά τις συνεχείς πιέσεις, να αναλάβω τη θέση αυτή. Εκτός των άλλων, έβρισκα κωμικό το μικρό Ελληνικό Ναυτικό να έχει Ναύαρχο για Ναυτικό Ακόλουθο.


Η πολεμική δραστηριότητα των πλοίων
 

Παρά την αναταραχή που προκάλεσαν οι διοικητικές μεταβολές, τα μαχόμενα πλοία συνέχισαν απρόσκοπτα τις αποστολές τους. Οι αξιωματικοί που υπηρετούσαν σε αυτά ήταν αφοσιωμένοι στο καθήκον τους, βρίσκονταν σε συνεχή κίνηση και δεν είχαν ούτε  χρόνο ούτε διάθεση για πολιτικολογίες. Η προσπάθεια που έγινε όμως για την ανατροπή της προηγούμενης κατάστασης και η έκδοση παράνομων εφημερίδων που δυσφημούσαν πολλά από τα ανώτερα στελέχη δεν μπορούσαν να αφήσουν αδιάφορο το κατώτερο προσωπικό. Θεωρήθηκε ότι η  ικανοποίηση των αιτημάτων των ταραξιών θα αποκαθιστούσε τη τάξη στις Ταξιαρχίες. Αντίθετα, άνοιγε ο δρόμος στην αναρχία και ετοιμάζονταν ο Απρίλιος του 1944. Σύντομα εμφανίστηκαν τα πρώτα αντιπειθαρχικά κρούσματα και στον Στόλο. Σοβαρή μορφή πήραν τα συμβάντα στο α/τ «ΙΕΡΑΞ». Τα δραστικά μέτρα που λήφθηκαν τότε αποκατέστησαν προσωρινά τη τάξη.
Η συμμετοχή του Ναυτικού στην απόβαση της Σικελίας
Τον Ιούλιο το 1943 τα πλοία του Ελληνικού Στόλου έλαβαν ενεργό μέρος στην απόβαση στη Σικελία. Μετά από αίτησή μου ο Υπουργός μου έδωσε την άδεια να επιβιβασθώ στο πρώτο αντιτορπιλικό που απέπλεε για τη Σικελία. Επιβιβάστηκα στο α/τ «ΚΑΝΑΡΗΣ» σαν απλός επιβάτης, σαν πολεμικός ανταποκριτής όπως έλεγα. Μου δόθηκε έτσι η ευκαιρία να γνωρίσω με κάθε λεπτομέρεια τις νέες αυτές κατασκευές  του Βρετανικού Ναυαρχείου, τα αντιτορπιλικά τύπου Hunt. Ήταν ένας τύπος συνοδού ιδιαίτερα επιτυχής που ανέπτυσσε ικανοποιητική ταχύτητα και διέθετε τον πιο σύγχρονο αντιαεροπορικό και ανθυποβρυχιακό εξοπλισμό, συμπεριλαμβανομένων και των αγνώστων μέχρι τότε σε μας ραντάρ. Τέσσερα αντιτορπιλικά του ίδιου τύπου τα α/τ «ΑΔΡΙΑΣ», «ΚΑΝΑΡΗΣ», «ΜΙΑΟΥΛΗΣ» και «ΠΙΝΔΟΣ» λάμβαναν μέρος στις επιχειρήσεις της Σικελίας.

Το α/τ «ΚΑΝΑΡΗΣ» με Κυβερνήτη τον Πλωτάρχη Δαμηλάτη είχε λάβει μέρος στο πρώτο κύμα της απόβασης και του δόθηκε η ευκαιρία να αναπτύξει λαμπρή δράση. Προς μεγάλη τιμή του Ναυτικού μας, ήταν το πρώτο Συμμαχικό πλοίο που μπήκε στο λιμάνι της Αυγούστας πριν την κατάληψη της πόλης και είχε δεχτεί τα πυρά της παράκτιας άμυνας. Το α/τ «ΚΑΝΑΡΗΣ» για δυο περίπου βδομάδες βρισκόταν συνεχώς εν πλω. Οι ημέρες αυτές ήταν για μένα οι μόνες ωραίες από την άφιξή μου στη Μέση Ανατολή. Από τη πρώτη στιγμή διαπίστωσα πόσο διαφορετικές ήταν οι συνθήκες από τον πόλεμο που γνωρίσαμε στην Ελλάδα, ιδιαίτερα τη περίοδο της Γερμανικής επίθεσης. Για να αμυνθούν από τα εχθρικά υποβρύχια, τα συνοδά των νηοπομπών δεν βασίζονταν πια στους ελιγμούς και στη τύχη, αλλά στα τέλεια όργανα εντοπισμού με τα οποία είχαν εφοδιαστεί. Αποβιβάσαμε στρατεύματα και υλικό στις Συρακούσες και στην Αυγούστα. Τα μέχρι πριν από λίγες μέρες εχθρικά λιμάνια ήταν πια συμμαχικές βάσεις. Αδιάφορος ο Σικελικός πληθυσμός παρακολουθούσε τις κινήσεις μας. Τα σχεδόν ανέπαφα παράκτια πυροβολεία αποτελούσαν ζωντανή απόδειξη με πόση προθυμία αυτά παραδόθηκαν.

Στην Αυγούστα συναντήσαμε το α/τ «ΑΔΡΙΑΣ» με φανερά τα σημάδια από πρόσφατη συμπλοκή του με Γερμανικές τορπιλακάτους. Ο Κυβερνήτης του πλοίου αυτού Αντιπλοίαρχος Ι. Τούμπας με επιδέξιους χειρισμούς είχε πετύχει να βυθίσει τις δυο από τις τρεις τορπιλακάτους και να προκαλέσει σοβαρές ζημιές στη τρίτη. Τα πολυβόλα των τορπιλακάτων είχαν επανειλημμένα πλήξει το πλοίο χωρίς να προκαλέσουν σοβαρές ζημιές, υπήρχαν όμως αρκετοί τραυματίες. Στην επιστροφή μας προσεγγίσαμε στη Μάλτα, όπου πολλά βαριά Αγγλικά  σκάφη περίμεναν μάταια την έξοδο του Ιταλικού Στόλου. Εντύπωση μας προκάλεσαν οι καταστροφές που είχε υποστεί η μικρή νήσος από τους ατέλειωτους αεροπορικούς βομβαρδισμούς.


Προς νέα αποστολή
 

Πίσω στην Αλεξάνδρεια  με βαθιά και αμοιβαία λύπη αποχαιρέτησα τον Κυβερνήτη και το επιτελείο του  α/τ «ΚΑΝΑΡΗΣ».  Μόλις επέστρεψα στη βάση μας με κάλεσε ο Υπουργός των Ναυτικών και μου ανέπτυξε πάλι ότι ήταν απολύτως απαραίτητο να πάω στο Λονδίνο και να διαπραγματευτώ την παραχώρηση νέων πλοίων για αντικατάσταση των πεπαλαιωμένων που σύντομα θα καταδικάζονταν σαν άχρηστα. Μπρος το επιχείρημα αυτό αναγκάστηκα τελικά να δεχτώ την αποστολή μου στο Λονδίνο αναλαμβάνοντας μια έκτακτη, ειδική αποστολή που θα έληγε μόλις θα πετύχαινα το σκοπό της αποστολής μου και όχι, όπως αρχικά μου είχε προταθεί, σαν Ναυτικός Ακόλουθος ή Αρχηγός Ναυτικής Αποστολής.

Από τον κυβερνητικό ανασχηματισμό του Μαρτίου 1943, οι δυο ναύαρχοι που υπηρετούσαν στην Αίγυπτο είχαν διαταχθεί να μεταβούν στην Αμερική, ο  Υποναύαρχος Σακελλαρίου και στην Αγγλία ο Υποναύαρχος Καββαδίας. Ο πρώτος είχε αναχωρήσει, ο δεύτερος όμως είχε πάρει έγκριση να παραμείνει στο Κάιρο. Ο Ναύαρχος Καββαδίας μου διεμήνυσε ότι δεν έπρεπε να μεταβώ στην Αγγλία, όπως έκανε και εκείνος, γιατί σκοπός των διοικούντων ήταν να μας απομακρύνουν από την Αίγυπτο. Απάντησα ότι δεν έκρινα ορθό σε ώρα πολέμου να αρνούμαι τη προσφορά κάθε υπηρεσίας που μου ζητούν, εφόσον αυτή δεν είναι ασυμβίβαστη με τον βαθμό μου.

Στις 20 Αυγούστου 1943 αναχωρούσα αεροπορικώς από το Κάιρο για το Λονδίνο με βομβαρδιστικό αεροπλάνο της Βρετανικής Αεροπορίας.»

    Η αποστολή στο Λονδίνο του Υποναυάρχου Μεζεβίρη διάρκεσε πέντε μήνες και στέφθηκε με επιτυχία. Τα νέα πλοία που  παραχώρησε το Βρετανικό Ναυαρχείο και εκείνα που παραχώρησαν οι Αμερικανοί αντιστάθμισαν τις πολεμικές μας απώλειες και την αχρήστευση παλαιών πλοίων που παροπλίστηκαν.

«Στις 17 Ιανουαρίου 1944 βρισκόμουν πάλι στην Αίγυπτο. Οι πρώτες πληροφορίες που έπαιρνα στην Αλεξάνδρεια ήταν ιδιαίτερα ανησυχητικές. Στα πληρώματα επικρατούσε μια φαινομενική ηρεμία που, όπως αποδείχτηκε λίγο αργότερα, ήταν η νηνεμία που προηγείται της καταιγίδας. Οι αξιωματικοί που υπηρετούσαν στα πλοία και σήκωναν και το βάρος του αγώνα ήταν πολύ ανήσυχοι. Η Διοίκηση του Ναυτικού όμως, ήταν απόλυτα ικανοποιημένη από την κατάσταση και δεν συμμεριζόταν αυτούς τους φόβους.

Είναι πιθανό ορισμένα μέτρα που είχε πάρει η παλαιά Διοίκηση να ήταν υπερβολικά αυστηρά, ίσως και σκληρά, και γι αυτό πολλοί είχαν δυσαρεστηθεί. Αντίθετα, η νέα Διοίκηση θεώρησε ότι ικανοποιώντας τα πάσης φύσεως αιτήματα του προσωπικού θα σταματούσαν τα παράπονα των πληρωμάτων. Έγιναν αθρόες προαγωγές, αυξήθηκαν οι μισθοδοσίες, χορηγούνταν άφθονες άδειες και υπήρχε υπερβολική επιείκεια μέχρι και ασυδοσία στη τιμωρία των παραπτωμάτων. Ένας κυβερνήτης μου παραπονέθηκε ότι δεν είχε γίνει δεκτή πρότασή του να διωχθούν σαν λιποτάκτες άνδρες του πλοίου του που, με δική τους πρωτοβουλία, παρέμειναν στη ξηρά κατά την αναχώρηση του πλοίου του σε αποστολή. Οι άφθονες παροχές και η συνεχής ικανοποίηση των αξιώσεων των πληρωμάτων είχαν προκαλέσει διασάλευση της πειθαρχίας.

Ανάλογα είναι και τα μέτρα που πάρθηκαν για τους αξιωματικούς τα οποία ικανοποίησαν μεν εκείνους που ωφελήθηκαν από αυτά, δυσαρέστησαν όμως το μεγαλύτερο τμήμα του Σώματος των αξιωματικών. Κάτω από τις συνθήκες που λειτουργούσε το Ναυτικό και με τους περιορισμούς που είχαν επιβάλει οι Άγγλοι αναφορικά με τον βαθμό των κυβερνητών, οι αξιωματικοί από τον βαθμό του Αντιπλοιάρχου δεν μπορούσαν να υπηρετούν σε πλοία που εκτελούσαν πολεμικές αποστολές. Εξάλλου, οι υπάρχοντες στην Αίγυπτο Πλοίαρχοι και Αντιπλοίαρχοι επαρκούσαν και με το παραπάνω για να καλύψουν τις περιορισμένες ανάγκες των υπολοίπων υπηρεσιών. Η προαγωγή αξιωματικών στο βαθμό του Πλοιάρχου ισοδυναμούσε ουσιαστικά με αχρήστευσή τους και χρειάζονταν εφευρετικότητα για να βρεθείμια μικρής σημασίας θέση για να χρησιμοποιηθούν. Στις σπάνιες περιπτώσεις που συνεδρίαζε το Ανώτερο Ναυτικό Συμβούλιο, όταν βρισκόμουν ακόμη στην Αλεξάνδρεια,  διαφωνούσα σε κάθε πρόταση αύξησης των θέσεων και τελικά αυτές αποσύρονταν. Κατά την απουσία μου όμως στην Αγγλία απονεμήθηκαν βαθμοί ασυλλόγιστα.

Από την κυβερνητική αλλαγή του Μαρτίου του 1943, ήρθαν στη Μέση Ανατολή και άλλοι απότακτοι του 1935. Όλοι αυτοί μονιμοποιήθηκαν, αποκαταστάθηκαν στην αρχαιότητά τους και αρκετοί πήραν δυο βαθμούς επιπλέον από αυτόν που είχαν όταν αποστρατεύτηκαν. Αυτή η πρακτική των προαγωγών δεν εξυπηρετούσε ούτε και το καλώς εννοούμενο συμφέρον των ίδιων. Με μικρότερο βαθμό θα τοποθετούνταν σε θέσεις πολύ πιο ουσιαστικές και μάλιστα στα πλοία όπου θα είχαν την ευκαιρία να διακριθούν, όπως συνέβη με μερικούς από αυτούς. Ακόμα, για να μην διαμαρτύρονται οι μόνιμοι αξιωματικοί, οι απότακτοι που μονιμοποιούνταν ως υπεράριθμοι.  Σύντομα δημιουργήθηκαν υπεράριθμοι Πλοίαρχοι που έφθασαν τους δώδεκα επί οργανικού αριθμού μόνο είκοσι τριών!

Πιστεύοντας ότι θα μπορούσα να βοηθήσω στην αντιμετώπιση της κρίσιμης κατάστασης που είχε δημιουργηθεί, υπέβαλα και πάλι στον Υπουργό των Ναυτικών την παλιά πρόταση για επανίδρυση του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού. Άλλωστε, λειτουργούσαν ήδη Επιτελικά Γραφεία με περιορισμένη δικαιοδοσία υπό τον Πλοίαρχο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου. Ο Υπουργός που συμφωνούσε καταρχήν με την γνώμη μου ήθελε να έχει τη σύμφωνη γνώμη του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου. Δυστυχώς όλα τα υπόλοιπα μέλη του Συμβουλίου υποστήριξαν ότι η κατάσταση στον Στόλο ήταν λαμπρή  και δεν υπήρχε λόγος να δημιουργηθούν νέοι θεσμοί που πιθανόν να δημιουργούσαν προβλήματα στα καλώς έχοντα. Ένα μάλιστα μέλος δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «δεν υπάρχει χώρος στην Αλεξάνδρεια για Ναύαρχο αρχαιότερο του Αρχηγού του Στόλου». Μετά την εξέλιξη αυτή διέκοψα κάθε άλλη προσπάθεια συμμετοχής μου στη Διοίκηση του Ναυτικού, έπαυσα να προσέρχομαι στο Υπουργείο και παρέμενα άνεργος. Η μόνη ενημέρωση που είχα για τις εξελίξεις ήταν μόνο από αξιωματικούς που είχαν υπηρετήσει στο παρελθόν υπό τις διαταγές μου.»

=================================

Στις 20 Αυγούστου 1943 ο Υποναύαρχος Μεζεβίρης αναχωρούσε αεροπορικώς από το Κάιρο για το Λονδίνο με βομβαρδιστικό αεροπλάνο της Βρετανικής Αεροπορίας. Σκοπός της αποστολής που του είχε αναθέσει η Ελληνική Κυβέρνηση δια του Υπουργού των Ναυτικών ήταν η διαπραγμάτευση με το Βρετανικό Ναυαρχείο για την παραχώρηση νέων πλοίων προς αντικατάσταση των πεπαλαιωμένων που σύντομα θα καταδικάζονταν ως άχρηστα

Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης διηγείται:

«Στην Αγγλία πήγα με βομβαρδιστικό αεροπλάνο της Βρετανικής Αεροπορίας. Λόγω των Γερμανικών καταδιωκτικών που περιπολούσαν έξω από τις Γαλλικές ακτές, οι πτήσεις των αεροπλάνων που εκτελούσαν συγκοινωνίες γίνονταν μόνο τις νυχτερινές ώρες και στο ενδιάμεσο διημέρευαν στο Γιβραλτάρ.Όταν στο αεροδρόμιο του Καΐρου βρέθηκα ανάμεσα σε αξιωματικούς της R.A.F., του ηρωικού και ευγενικού αυτού σώματος, αισθάνθηκα για πρώτη φορά ότι είχα αποκτήσει τις επωμίδες του Γενικού αξιωματικού. Αλησμόνητες θα μου μείνουν οι λίγες ώρες που πέρασα κοντά στον Ναύαρχο του Γιβραλτάρ στον οποίο, όπως και σε όλους τους Άγγλους, εξαιρετική εντύπωση έκανε το γεγονός της διαφυγής μου από την Ελλάδα στην Αίγυπτο.

Η πολεμική Αγγλία

Είχα επανειλημμένα επισκεφθεί την Αγγλία κατά την ειρηνική περίοδο, με ενδιέφερε όμως να σχηματίσω προσωπική αντίληψη για την πολεμική Αγγλία και τον τρόπο που ρύθμιζαν τη ζωή κατά την περίοδο αυτή. Δεν άργησα να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι τα πάντα είχαν ρυθμιστεί κατά τρόπο που ατάραχα να αντιμετωπίζεται, όσο και αν διαρκούσε ο πόλεμος. Συστηματική εργασία, βαθιά συναίσθηση της σοβαρότητας των στιγμών και απόλυτη ψυχραιμία ήταν τα βασικά στοιχεία της όλης οργάνωσης. Κάθε πολίτης, ανεξάρτητα φύλλου και ηλικίας, θεωρούσε υποχρέωσή του να προσφέρει τις έστω μικρές ή και ασήμαντες υπηρεσίες του. Υπήρχε πάντοτε δυνατότητα προσφοράς για άνδρες και γυναίκες στην εθνοφρουρά, στη παθητική αεράμυνα, στις βοηθητικές υπηρεσίες και στην πολεμική βιομηχανία. Γυναίκες χειρίζονταν τα α/α πυροβόλα που ήταν εγκατεστημένα σtο Hyde Park. Υπερήλικες απόστρατοι στρατηγοί και ναύαρχοι του προηγούμενου πολέμου, ανταγωνίζονταν για να αναλάβουν οποιανδήποτε υπηρεσία, δεχόμενοι να υπηρετήσουν με δυο ,τρεις ή και περισσότερους βαθμούς χαμηλότερα από το βαθμό που είχαν εν ενεργεία.

Οι ποσότητες τροφίμων που χορηγούνταν με δελτία είχαν περιορισθεί στο απολύτως απαραίτητο και ίσως στον Αγγλικό λαό, που είναι τόσο των συνηθειών, να δίνονταν η εντύπωση ότι υπέφερε από στερήσεις. Στην Πατρίδα μας όμως, πολλοί θα ήταν ευτυχείς αν στις καλές ειρηνικές περιόδους τους παρέχονταν το είδος αυτό και η ποσότητα της τροφής σε τόσο χαμηλές τιμές. Αν και το ντύσιμο των πολιτών δεν είχε καμιά σχέση με το προπολεμικό, το σύστημα διανομής ιματισμού με δελτία εξασφάλιζε σε όλους την ανανέωση των ρούχων που είχαν φθαρεί σε τιμές ελάχιστα μεγαλύτερες από τις προπολεμικές. Οι Άγγλοι θεωρούσαν ζήτημα συνείδησης να περιορίζονται στα είδη που νόμιμα μπορούσαν να προμηθευτούν με δελτία και δεν εφοδιάζονταν στη μαύρη αγορά. Ελάχιστοι διέθεταν ιδιωτικά αυτοκίνητα, τα αγοραία είχαν περιορισθεί σημαντικά και η χρησιμοποίηση των υπηρεσιακών γίνονταν με φειδώ. Τα μέσα συγκοινωνία όμως λειτουργούσαν κατά τρόπο που εξασφάλιζαν απόλυτα τις ανάγκες του πληθυσμού. Συγχρόνως, δεν παραμελούνταν και  η διασκέδαση στρατιωτικών και πολιτών. Οι κινηματογράφοι, τα θέατρα και τα κέντρα διασκέδασης ήταν πολλά και υπερπλήρη, αν και η ποιότητα των θεαμάτων ήταν χειρότερη της προπολεμικής.

Οι Άγγλοι, με τον έμφυτο χαρακτήρα τους και τη τόσο συστηματική οργάνωση της ζωής τους μπόρεσαν μετά από τέσσερα χρόνια εντατικής πολεμικής ζωής να παραμείνουν κύριοι των νεύρων τους. Παρακολουθούσαν με αμέριστο ενδιαφέρον τα πολεμικά ανακοινωθέντα και όλοι εμπιστεύονταν τα στιβαρά χέρια που διεύθυναν τις τύχες της Αυτοκρατορίας. Η θρυλική ευγένεια των κατοίκων του Λονδίνου είχε παραμείνει αμείωτη μέσα στα ερείπια των τρομακτικών βομβαρδισμών των πρώτων ετών του πολέμου.

Πόσο διαφορετική ατμόσφαιρα από εκείνη που άφησα στην Αλεξάνδρεια! Εκεί το προσωπικό του Ναυτικού ζούσε μέσα στις δηλητηριώδεις αναθυμιάσεις της πολιτικής και αποκτούσε συνήθειες χλιδής που θα ήταν αδύνατο να έχει μετά την επιστροφή στην Ελλάδα. Είμαι βέβαιος ότι ο χρόνος παραμονής στην Αγγλία όσων αποστέλλονταν από τη Μέση Ανατολή για εκπαίδευση ή παραλαβή πλοίων , θα αποτελούσε πραγματική περίοδο αναγέννησης.

Κατά το μεγαλύτερο διάστημα της πεντάμηνης παραμονής μου στην Αγγλία, σχεδόν καθημερινά, είχαμε νυχτερινές αεροπορικές επιδρομές. Ήταν όμως άτονες επιθέσεις που δεν είχαν καμιά σχέση με εκείνες των πρώτων ετών του Πολέμου. Διενεργούνταν από μικρό αριθμό αεροσκαφών από τα οποία ελάχιστα κατάφερναν να περάσουν το αντιαεροπορικό φραγμό και να βομβαρδίσουν τη κεντρική ζώνη του Λονδίνου. Τα υπόλοιπα, επειδή αντιμετώπιζαν ένα απίστευτα πυκνό φράγμα πυρός και δικτύου προβολέων, έριχναν γρήγορα όπως-όπως τις βόμβες τους και έσπευδαν να γυρίσουν στις βάσεις τους. Όμως κάθε επιδρομή προξενούσε πάντοτε κάποιο αριθμό θυμάτων και καταστροφές. Οι κάτοικοι συνηθισμένοι από τις παλιές επιδρομές, όταν και τα αντιαεροπορικά μέσα ήταν υποτυπώδη, έδειχναν τέλεια αδιαφορία για τις ασθενικές αυτές επιθέσεις. Κανείς δεν κατέβαινε πια στα καταφύγια, η κυκλοφορία στους δρόμους συνεχίζονταν και τα δημόσια θεάματα και κέντρα εξακολουθούσαν να λειτουργούν. Το τίμημα όμως αυτής της στάσης ήταν καμιά φορά ακριβό… Σε μια περίπτωση μια βόμβα σε δημόσια αίθουσα χορού προκάλεσε 180 θύματα.


Η αποστολή στο Βρετανικό Ναυαρχείο
 

Η αποστολή μου στο Βρετανικό Ναυαρχείο έγινε με άριστες συνθήκες. Αποφεύγοντας υπερβολικές αξιώσεις, που μόνο εκνευρισμό προκαλούν, υπέβαλα αιτήματα που μπορούσαν να υποστηριχθούν με επιχειρήματα που στηρίζονταν στη λογική. Με γλώσσα σαφή και ειλικρινή μου παρουσιάστηκαν οι απόψεις του Ναυαρχείου και μου δόθηκαν ορισμένες υποσχέσεις που ελάχιστα απείχαν από εκείνα που ζήτησα και που τηρήθηκαν κατά γράμμα.  Ότι πετύχαμε δεν ήταν βέβαια αποτέλεσμα της προσωπικής μου προσπάθειας αλλά των θυσιών και του κοπιαστικού έργου τριών ετών όλων εκείνων που επέβαιναν στα πολεμικά μας πλοία. Προσωπικά, απλώς μετέφερα τα δίκαια του Ναυτικού μας στο Ναυαρχείο. Στην επιτυχία των ενεργειών μου συνέβαλε πολύ και η σειρά των ανδραγαθημάτων των πλοίων την εποχή αυτή με το φυσικό δυστυχώς επακόλουθο σοβαρών απωλειών σε έμψυχο και άψυχο υλικό.
Τα ανδραγαθήματα του Ναυτικού μας
Επί κεφαλής των πλοίων αυτών ήταν το αντιτορπιλικό «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ» με Κυβερνήτη τον Πλωτάρχη Γ.Μπλέσα.  Είχε ενταχθεί στον Βρετανικό Στόλο της Μεσογείου, συμμετείχε ενεργά στις επιχειρήσεις και είχε δει επανειλημμένα να αναφέρεται επαινετικά όνομά του στα πολεμικά ανακοινωθέντα. Βρήκε ένδοξο τέλος στις 26 Σεπτεμβρίου 1943 κατά τις ατυχείς επιχειρήσεις της Δωδεκανήσου που ακολούθησαν την πτώση της Ιταλίας. Μαζί με το πλοίο χάθηκαν ο ηρωικός Κυβερνήτης, ο Ύπαρχος Γρηγορόπουλος, 5 άλλοι αξιωματικοί και 65 άνδρες του πληρώματος.

Λίγες ημέρες νωρίτερα στις 14 Σεπτεμβρίου 1943 και μετά από λαμπρή δράση το υποβρύχιο  «ΚΑΤΣΩΝΗΣ» κατά την εκτέλεση περιπολίας στο Βόρειο Αιγαίο δέχτηκε  επίθεση με βόμβες βυθού από Γερμανική κορβέτα. Έπαθε πολύ σοβαρές ζημιές αλλά συνέχισε τον αγώνα με το πυροβόλο του, μέχρι την τελική του καταβύθιση. Μαζί με το πλοίο χάθηκαν ο ηρωικός του Κυβερνήτης, Αντιπλοίαρχος Β. Λάσκος και 31 αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και ναύτες. Από τους 15 που διασώθηκαν, ο Ύπαρχος Υποπλοίαρχος Τσουκαλάς και 2 υπαξιωματικοί κατάφεραν να διαφύγουν την αιχμαλωσία, να βγουν κολυμπώντας στη στεριά και μετά από μύριες περιπέτειες να φθάσουν στην Μέση Ανατολή.

Τη σειρά αυτή των ανδραγαθημάτων επισφράγισε η μεγάλη περιπέτεια του αντιτορπιλικού «ΑΔΡΙΑΣ» με Κυβερνήτη τον Αντιπλοίαρχο Ι. Τούμπα. Στις 22 Οκτωβρίου 1943, το α/τ «ΑΔΡΙΑΣ» κατά την εκτέλεση αποστολής σε περιοχή της Δωδεκανήσου προσέκρουσε σε νάρκη με αποτέλεσμα να αποκοπεί η πλώρη, να πάθει σημαντικές ζημιές το υπόλοιπο σκάφος, να φονευθούν 21 άνδρες του πληρώματος και να τραυματιστούν 24, μεταξύ των οποίων ο Κυβερνήτης και 3 αξιωματικοί. Παρά τη κατάσταση στην οποία είχε βρεθεί το πλοίο, μπόρεσε να πλεύσει με ίδια μέσα και να προσαράξει στη Τουρκική ακτή. Στη συνέχεια, μετά από πρόχειρες επισκευές κάτω από εξαιρετικά δυσχερείς συνθήκες, το «ΑΔΡΙΑΣ» με ίδια μέσα συνέχισε το ταξίδι και έφθασε στην Αλεξάνδρεια. Το Βρετανικό Ναυαρχείο μου ανέθεσε να διαβιβάσω τα θερμά του συγχαρητήρια.

Το Βρετανικό Ναυαρχείο παραχωρεί 8 πλοία

Οπλισμένος με νέα επιχειρήματα που έδιναν τα ανδραγαθήματα των πλοίων μας, πέτυχα μέσα σε 4 μήνες από την άφιξή μου στην Αγγλία την παραχώρηση 8 πλοίων. Δυο αντιτορπιλικά Στόλου, το «ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ»  και το «ΣΑΛΑΜΙΣ», τρία αντιτορπιλικά συνοδείας τύπου 'Hunt', το «ΚΡΗΤΗ», το «ΑΙΓΑΙΟ» και το «ΑΣΤΙΓΞ» και τρεις κορβέτες, το «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ», το «ΤΟΜΠΑΖΗΣ» και το «ΚΡΙΕΖΗΣ». Τα πλοία αυτά προστέθηκαν σε αυτά που οι Βρετανοί είχαν παραχωρήσει προηγουμένως καθώς και στα 4 αρματαγωγά, το μικρό πλοίο συνοδείας «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» και στα ναρκαλιευτικά που είχαν παραχωρήσει οι Αμερικανοί. Με τα πλοία αυτά αντισταθμίζονταν οι πολεμικές μας απώλειες σε πλοία επιφανείας και η αχρήστευση από την εντατική χρησιμοποίηση των υπολοίπων παλιών πλοίων μας. Άλλωστε χρειάστηκε να παροπλισθούν τα παλιά για να επανδρωθούν οι νέες μονάδες.

Μόνο τον προπολεμικό αριθμό υποβρυχίων δεν μπορέσαμε να συμπληρώσουμε, διότι οι ναυπηγήσεις δεν επαρκούσαν ούτε και για τις ανάγκες του Βρετανικού Ναυτικού. Το Βρετανικό Ναυαρχείο μου έθεσε όμως το ερώτημα αν, σε περίπτωση παραχωρήσεως νέων υποβρυχίων, θα είμαστε διατεθειμένοι να τα στείλουμε στον Ειρηνικό για τον πόλεμο με την Ιαπωνία, εφόσον μας το ζητούσαν. Μετά από τηλεγραφική συνεννόηση με το Υπουργείο μας των Ναυτικών, έσπευσα να απαντήσω ότι τα υποβρύχιά μας θα ήταν διαθέσιμα να χρησιμοποιηθούν οπουδήποτε το Βρετανικό Ναυαρχείο έκρινε ότι η παρουσία τους θα ήταν χρήσιμη. Από τα 6 παλιά υποβρύχια είχαν πια μείνει μόνο 2, το «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» και το «ΝΗΡΕΥΣ». Τα υπόλοιπα είχαν βρει ένδοξο τέλος, 1 κατά τον πόλεμο στην Ελλάδα και 3 κατά τη συνέχιση του πολέμου στη Μέση Ανατολή. Μας είχαν δε παραχωρηθεί ένα τέως Ιταλικό το «ΜΑΤΡΟΖΟΣ» που είχε ανάγκη μακρόχρονης επισκευής και ένα νεότευκτο το «ΠΙΠΙΝΟΣ». Κατά την ύψωση της σημαίας στο Υ/Β «ΠΙΠΙΝΟΣ», παρέστην ως ανάδοχος εκπροσωπώντας τον Βασιλιά και λόγω αυτής της ιδιότητας μου απονεμήθηκαν από τις Βρετανικές Αρχές εξαιρετικές τιμές.

Παραβρέθηκα ακόμα στο Λίβερπουλ στη τελετή ύψωσης της σημαίας στις κορβέτες «ΤΟΜΠΑΖΗΣ» και «ΚΡΙΕΖΗΣ». Προσφωνώντας τον Βρετανό Ναύαρχο, αφού τον ευχαρίστησα για την παραχώρηση των πλοίων, προσέθεσα: «Λαμβάνοντας τα πλοία στην κατοχή μας, δεν ξεχνούμε ότι πριν από λίγο μάχονταν με την Αγγλική σημαία. Τούτο σημαίνει πολλά: μακρά ιστορία δια μέσου των αιώνων, παραδόσεων και ηρωικών κατορθωμάτων. Αντιλαμβανόμαστε τις ευθύνες μας. Τολμώ όμως να πω ότι το Ελληνικό Ναυτικό απέδειξε μέχρι τώρα ότι είναι άξιο της εμπιστοσύνης της Μεγάλης Συμμάχου του και είμαι βέβαιος ότι τούτο θα συμβεί και στην περίπτωση του ‘ΤΟΜΠΑΖΗ’ και του ‘ΚΡΙΕΖΗΣ’». Ο Βρετανός Ναύαρχος ανταπάντησε με μια ενθουσιώδη προσλαλιά, πολύ τιμητική για το Ναυτικό μας. Στη συνέχεια απευθύνθηκα στα πληρώματα των δυο πλοίων και επειδή για πρώτη φορά τα πολεμικά μας επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν για συνοδείες στον Ατλαντικό (στη γραμμή Αγγλίας – Καναδά), μεταξύ άλλων τους είπα: «Αν απαιτηθεί να διασχίσετε θάλασσες και ωκεανούς, μη ξεχνάτε ότι ο πόλεμος είναι ενιαίος και ο σκοπός ένας: η εκμηδένιση του κατακτητή που μολύνει τα άγια Ελληνικά χώματα. Οπουδήποτε και αν βρεθείτε θα γνωρίζετε ότι η τελική σας πορεία θα είναι πάντοτε μια, εκείνη που θα σας οδηγήσει στα ήρεμα νερά των Ελληνικών λιμανιών που από σας περιμένουν το φως της ελευθερίας. Είναι πιθανό κατά τη διάρκεια αυτού του αγώνα να υπάρξουν στιγμές που οι ψυχή σας θα νοσταλγήσει τον αίθριο Ελληνικό ουρανό. Αν ποτέ σας συμβεί αυτό, ατενίσατε την κυανόλευκη που με υπερηφάνεια κυματίζει στους ιστούς των πλοίων σας και από αυτήν θα αντλήσετε τη δύναμη για να υπερνικήσετε την μελαγχολία σας. Αυτή θα σας υπενθυμίσει ότι αγωνίζεστε για να υψωθεί και πάλι το ταχύτερο στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης και να μην υποσταλεί ποτέ πια.»

Με ιδιαίτερη ευχαρίστηση είδα να παρίσταται στην τελετή ως Κυβερνήτης της μιας κορβέτας και τον Πλωτάρχη Παναγιωτόπουλο που με είχε συνοδεύσει, ως Υποπλοίαρχος, στη διαφυγή μου στην Αίγυπτο.
      
Ενώ η αποστολή μου έφθανε σε αίσιο τέλος μια άστοχη ενέργεια του Υπουργείου μας των Εξωτερικών, που έγινε με εισήγηση των Ναυτικών Αρχών στην Αλεξάνδρεια, έθεσε σε κίνδυνο όλο το ζήτημα. Μέσω της Ελληνικής Πρεσβείας στο Λονδίνο ζητήθηκε από το Ναυαρχείο, επί πλέον από τα πλοία που ζήτησα εγώ, η άμεση παραχώρηση σημαντικού αριθμού εύδρομων, αντιτορπιλικών και υποβρυχίων του Ιταλικού Ναυτικού που είχε παραδοθεί. Ήταν μια εξωφρενική απαίτηση διότι το Βρετανικό Ναυαρχείο είχε ρητά δηλώσει ότι δεν μπορούσε, ενώ διαρκούσε ο πόλεμος, να ασχολείται με την μεταπολεμική σύνθεση του Ναυτικού μας και του παραχωρούσε μόνο όσα πλοία μπορούσαμε να επανδρώσουμε για άμεση χρησιμοποίηση. Η αίτηση της Πρεσβείας μας, όπως ήταν φυσικό, ρίχτηκε στο καλάθι των αχρήστων και συγχρόνως είδα να αναστέλλεται η αναμενόμενη έγγραφη απάντηση στη δική μου αίτηση. Όταν προσπάθησα να εξακριβώσω τους λόγους της καθυστέρησης, πήρα την απάντηση: «Επιτέλους, τι θέλετε; τον Ιταλικό Στόλο που ζήτησε ο Αρχηγός του Στόλου σας, ή τα Αγγλικά πλοία που ζητάτε εσείς εδώ;». Αμέσως απάντησα, με δική μου τελείως πρωτοβουλία, ότι τα μεν Αγγλικά πλοία ζητούσαμε για άμεση χρησιμοποίηση για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τον αγώνα ενώ η παραχώρηση Ιταλικών πλοίων δεν αφορούσε το παρόν αλλά αποτελούσε ένα είδος έγγραφης υποθήκης για το μέλλον. Η απάντηση αυτή κρίθηκε ικανοποιητική και περί τα μέσα Δεκεμβρίου του 1943 πήρα μια πολύ ευνοϊκή απάντηση του Ναυαρχείου που έθετε τέρμα στην αποστολή μου.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στην Αγγλία, μετά από παράκληση του Βρετανικού Ναυαρχείου, έδωσα διάλεξη στο Υπουργείο Πληροφοριών στους αντιπροσώπους του Τύπου σχετικά με τη δράση του Στόλου μας , ιδιαίτερα κατά την περίοδο του πολέμου στην Ελλάδα. Μου ζητήθηκε επίσης να δώσω ανάλογη διάλεξη στη Victory League.

Σημαντικό τμήμα της ομιλίας μου αυτής αφιέρωσα στη κατάσταση που επικρατούσε στην υπόδουλη Ελλάδα. Ο Ναύαρχος James μετά το τέλος της διάλεξης είπε: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Αγγλία σύναψε μεγάλο χρέος με την Ελλάδα. Εμείς όμως οι Βρετανοί συνηθίζουμε να πληρώνουμε τα χρέη μας». Είναι λυπηρό ότι η επίσημη πολιτική της Μεγάλης Βρετανίας μεταπολεμικά διέψευσε τα λόγια αυτά του Ναυάρχου.

=================================

 Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης διηγείται:

«Το βράδυ τις 4ης Απριλίου μάθαινα ότι σοβαρά γεγονότα συνέβαιναν στιςστρατιωτικές υπηρεσίες του Καΐρου και στις Ταξιαρχίες και ότι στασιαστικά κρούσματα άρχισαν να εκδηλώνονται στον Στόλο. Έτρεξα τότε στο Υπουργείο όπου πληροφορήθηκα γεγονότα πρωτοφανή για το Ναυτικό μας που και η πιο νοσηρή φαντασία δεν θα μπορούσε να συλλάβει. Στα πλοία και στις ναυτικές υπηρεσίες είχαν συσταθεί Επιτροπάτα ναυτών που περιέφεραν για υπογραφή στα επιτελεία και στα πληρώματα πρωτόκολλα που ζητούσαν τον ανασχηματισμό της Κυβέρνησης του Καΐρου και τη συμμετοχή σε αυτήν της Επαναστατικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ. από την Ελλάδα. Καμιά αντίδραση κατά της στασιαστικής αυτής ενέργειας δεν είχε εκδηλωθεί από τη Διοίκηση. Με τη πίεση των Επιτροπάτων, όλα τα πληρώματα υπέγραψαν τα πρωτόκολλα. Από τους αξιωματικούς ορισμένοι υπέγραψαν, όσοι όμως αρνήθηκαν τέθηκαν σε περιορισμό από τα πληρώματά τους.

Ο Αρχηγός του Στόλου, όταν εμφανίστηκαν τα κρούσματα αυτά, κάλεσε σε σύσκεψη τους Διοικητές και τους Κυβερνήτες οι οποίοι δήλωσαν ότι η κατάσταση είχε ξεφύγει από τα χέρια τους. Θεώρησε τότε  σκόπιμο να εμφανισθεί ως τιθέμενος επικεφαλής της κινήσεως για να μην διακοπεί η εκτέλεση των αποστολών των πλοίων. Για τον σκοπό αυτό ο Αρχηγός του Στόλου Υποναύαρχος Αλεξανδρής εξέδωσε την ακόλουθη διαταγή:

    “Κατόπιν της αναγγελίας του σχηματισμού εν Ελλάδι επιτροπής εκπροσωπούσης μαχητικάς οργανώσεις αντιστάσεως κατά του κατακτητού, διεπίστωσα ευχαρίστως ομόφωνον την επιθυμίαν ολοκλήρου του Ναυτικού μας, από του διοικητού και των κυβερνητών μέχρι του τελευταίου ναύτου, όπως η ενταύθα Κυβέρνησις προέλθη το ταχύτερον εις αποτελεσματικήν συνεργασίαν μετά της ως άνω επιτροπής, με σκοπόν την από κοινού συνέχισιν του αγώνος προς απελευθέρωσιν του πατρίου εδάφους. Την γενικήν αυτήν επιθυμίαν διεβίβασα σήμερον επισήμως προς την Κυβέρνησιν. Επειδή μοι εδόθη η διαβεβαίωσις, ότι θα ληφθώσιν αμέσως πάντα τα επιβαλλόμενα μέτρα δια την επίτευξην σχηματισμού Κυβερνήσεως πανελληνίου χαρακτήρος, πιστεύω ότι η προσπάθεια αύτη ταχέως θα καταλήξει εις την εκπλήρωσιν της ομοφώνου επιθυμίας του Ναυτικού, η οποία άλλως τε είναι επιθυμία ολοκλήρου του Έθνους. Κατόπιν των ανωτέρω καλώ πάντας , όπως συνεχίσωμεν ηνωμένοι και απερίσπαστοι το ωραίον έργον, το οποίον το Ναυτικόν μας  επιτελεί επί τρία και πλέον έτη, δια να έχωμεν συντόμως την υπερτάτην ικανοποίησιν να φέρωμεν με τα πλοία την ελευθερίαν εις την Πατρίδα.”

Στη συνέχεια, με γενικό σήμα, ανακοινώθηκε ότι στάλθηκαν στο Κάιρο τέσσερις ανώτεροι αξιωματικοί για να μεταβιβάσουν υπεύθυνα τις απόψεις του Στόλου και να συνεργαστούν για την πραγματοποίησή τους.

Το μόνο που έχω να παρατηρήσω για τα πιο πάνω είναι ότι δεν είναι αλήθεια ότι εκπροσωπούσαν την ομόθυμη επιθυμία ολόκληρου του Ναυτικού. Οι περισσότεροι αξιωματικοί διαφωνούσαν ριζικά και το απέδειξαν όταν με τα όπλα στα χέρια κατέστειλαν την στάση. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο α/τ «ΠΙΝΔΟΣ» όλοι οι αξιωματικοί, με εξαίρεση ένα Σημαιοφόρο, αρνήθηκαν να υπογράψουν το πρωτόκολλο. Το πλήρωμα συνέλαβε τον Κυβερνήτη, τον λαμπρό Πλωτάρχη Φοίφα, τον αποβίβασε και τον έθεσε σε περιορισμό στη στεριά . Στη συνέχεια το πλήρωμα έριξε τους αξιωματικούς στη θάλασσα! Την ίδια τύχη είχε και ο Ύπαρχος, ο Υποπλοίαρχος Κογεβίνας, που ήταν εξαιρετικά αγαπητός στους άνδρες γιατί είχε πέσει σε τρικυμισμένη θάλασσα για να σώσει ναύτη που είχαν αρπάξει τα κύματα! Το καταπληκτικότερο όμως ήταν ότι το α/τ «ΠΙΝΔΟΣ» με νέο Κυβερνήτη και νέο επιτελείο αλλά με το ίδιο πλήρωμα και με το Επιτροπάτο εστάλη για εκτέλεση αποστολής! Το αποτέλεσμα ήταν ότι όταν το πλοίο αναγκάστηκε , δήθεν, να περάσει από την Μάλτα για να αποβιβάσει αξιωματικό που ισχυριζόταν ότι είχε ανάγκη χειρουργικής επέμβασης. Το πλήρωμα του πλοίου ήρθε σε επαφή με τα πληρώματα των πλοίων μας που ναυλοχούσαν στη Μάλτα και συνετέλεσε στο να στασιάσουν και αυτά. Τελικά, όταν το  «ΠΙΝΔΟΣ» έπιασε Ιταλικό λιμάνι το πλήρωμά του ήρθε σε επαφή με το Ιταλικό κομουνιστικό κόμμα, δήλωσε ότι ο πόλεμος είχε τελειώσει και αρνήθηκε να συνεχίσει την πολεμική προσπάθεια.

Ελάχιστα από τα στελέχη, κατώτεροι ιδίως αξιωματικοί και μερικοί υπαξιωματικοί, συμμερίζονταν τις αναρχικές αντιλήψεις των ναυτών. Περίεργο όμως ήταν το φαινόμενο ορισμένων ανώτερων αξιωματικών και μάλιστα Πλοιάρχων που και μετά την εκδήλωση της στάσεως δεν είχαν αντιληφθεί περί τίνος επρόκειτο και υποστήριζαν ότι η αποκατάσταση της τάξης μπορούσε να γίνει μόνο με ήπια μέσα. Θεωρούσαν ακόμα ότι θα έπρεπε να χαλαρωθούν τα πρώτα μέτρα - αποκλεισμός τροφίμων και νερού -που είχαν ληφθεί από τις Βρετανικές αρχές κατά των στασιαστών. Κατά την προσωπική μου γνώμη οι αξιωματικοί αυτοί είχαν πολύ επηρεασθεί από τις ενθουσιώδεις υπέρ του Ε.Α.Μ. εκπομπές του Ραδιοφωνικού Σταθμού του Λονδίνου, σαν τάχα μόνης πραγματικής μαχητικής οργάνωσης αντίστασης στη κατεχόμενη Ελλάδα.

Όταν, μετά την εκδήλωση του κινήματος ο Υπουργός Ναυτικών κατέβηκε από τοΚάιρο στην Αλεξάνδρεια  παρουσιάστηκα και τέθηκα στη διάθεσή του για τηκαταστολή της στάσεως, την οποία θεωρούσα δυνατή μόνο με λήψη βίαιων μέτρων. Ασφαλώς θα θυμήθηκε τότε όσα του έλεγα τόσους μήνες, μου έσφιξε το χέρι και με ευχαρίστησε για τη προσφορά μου. Νέος Αρχηγός Στόλου ανέλαβε στις 21 Απριλίου 1944 ο έφεδρος – για μια ακόμη φορά- Αντιναύαρχος Βούλγαρης με εντολή από την Κυβέρνηση να καταστείλει τη στάση. Ο νέος Αρχηγός απολάμβανε της εμπιστοσύνης του Βασιλιά και της Κυβέρνησης και τον ακολουθούσαν όλοι οι απότακτοι του 1935, με εξαίρεση ορισμένους που είχαν εκδηλώσει συμπάθεια προς τα αιτήματα των στασιαστών. Χωρίς όμως τη συνδρομή εκείνων που ανήκαν στην αντίθετη πολιτική παράταξη, που ήταν πολύ περισσότεροι, δεν θα μπορούσε να πετύχει στην αποστολή του. Όταν ο νέος Αρχηγός με ρώτησε αν ήμουν διατεθειμένος να τον βοηθήσω του απάντησα ότι κατά τη γνώμη μου έπρεπε να γίνει χρήση βίας και ότι θα με είχε συμπαραστάτη του σε κάθε ενέργειά του. Υποσχέθηκα ακόμα ότι το ίδιο θα συμβούλευα και όλους τους αξιωματικούς που από τη πρώτη μέρα των γεγονότων είχαν απευθυνθεί σε μένα για συμβουλές.

Η καταστολή της Στάσης στην Αλεξάνδρεια και το Πορτ Σάιντ


Η πρώτη επιχείρηση για τη κατάληψη των πλοίων που είχαν στασιάσει ορίστηκε για την νύχτα της 22α Απριλίου 1944. Ορισμένοι ανώτεροι αξιωματικοί που, από την όλη στάση τους, δεν ενέπνεαν εμπιστοσύνη στους αξιωματικούς που έλαβαν μέρος στην επιχείρηση, τέθηκαν εκτός υπηρεσίας και απομακρύνθηκαν από την Αλεξάνδρεια. Στην επιχείρηση έλαβαν μέρος ένοπλες ομάδες που περιλάμβαναν αξιωματικούς κάθε βαθμού, ναυτικούς δοκίμους, υπαξιωματικούς, ναύτες, ακόμα και μερικούς αξιωματικούς του Στρατού που παρουσιάστηκαν εθελοντικά. Η επιχείρηση αφορούσε αρχικά τρία πλοία που είχαν στασιάσει: τα αντιτορπιλικά «ΙΕΡΑΞ» και «ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ» πλευρισμένα στη μια πλευρά στο Αγγλικό εύδρομο «PHOEBE», που από την άλλη πλευρά ήταν πλευρισμένο σε προβλήτα, και την κορβέτα  «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ» που ήταν αγκυροβολημένη μακριά από τα άλλα. Λίγο πριν τις 2 το πρωί της 23ης Απριλίου ανεβήκαμε στο Αγγλικό εύδρομο. Στο κατάστρωμα μας είχε παραχωρηθεί η πλευρά προς τα πλοία που είχαν στασιάσει. Στην άλλη πλευρά βρίσκονταν εξοπλισμένα αγγλικά αγήματα, έτοιμα για κάθε ενδεχόμενο. Στην αποβάθρα περίμεναν τραυματιοφορείς και νοσοκομειακά αυτοκίνητα. Η επίθεση είχε οριστεί για τις 2:30 και άρχισε συγχρόνως κατά της κορβέτας «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ» και από την προς τη θάλασσαπλευρά των «ΙΕΡΑΞ» και «ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ». Η επίθεση από το εύδρομο καθυστέρησε λίγο. Την παρακολούθησα με τον Αρχηγό του Στόλου από το κατάστρωμα του εύδρομου. Οι στασιαστές δεν αιφνιδιάστηκαν και από τη πρώτη στιγμή άρχισαν εντατικό πυρ. Τα επιτιθέμενα αγήματα με πνεύμα αυτοθυσίας εκτέλεσαν με επιτυχία τις διαταγές. Η αντίδραση των στασιαστών στη κορβέτα  «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ» ήταν αρχικά πολύ έντονη, γρήγορα όμως άρχισε να κάμπτεται και σε μισή ώρα είχαν παραδοθεί. Στα δυο άλλα πλοία η αντίσταση των στασιαστών ήταν πιο επίμονη και χρειάστηκε σχεδόν μια ώρα μέχρι να παύσουν το πυρ και παραδοθούν. Στην επιχείρηση έλαβαν μέρος περί τους 250 άνδρες. Έπεσαν στο πεδίο της τιμής εφτά: τρεις αξιωματικοί, ο Υποπλοίαρχος Ρουσσέν, ο Ανθυποπλοίαρχος Ρέππας και ο Ανθυπολοχαγός Καββαδίας, ένας αρχικελευστής και τρεις ναύτες. Τραυματίστηκαν περί τους είκοσι, μεταξύ των οποίων ο Πλοίαρχος Κύρης και ο Πλωτάρχης Θεοφανίδης. Τον ίδιο περίπου αριθμό τραυματιών είχαν και οι στασιαστές. Χαρακτηριστικός ήταν ο φανατισμός και η αυτοθυσία των υπαξιωματικών και ναυτών που συμμετείχαν στα αγήματα εφόδου που αποδείκνυε ότι, ευτυχώς, το μίασμα είχε αφήσει αρκετούς από τα πληρώματα υγιείς. Αυτοί θα αποτελούσαν τον πυρήνα για την ανασυγκρότηση του Ναυτικού. Την πετυχημένη αυτή ενέργεια ακολούθησε μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο η αναίμακτη παράδοση των υπολοίπων πλοίων που είχαν στασιάσει στην Αλεξάνδρεια, του πλωτού συνεργείου «ΗΦΑΙΣΤΟΣ», του α/τ «ΚΡΗΤΗ», ναρκαλιευτικών και βοηθητικών. Αναίμακτα παραδόθηκαν επίσης στο Πορτ Σάιντ το θωρηκτό «ΑΒΕΡΩΦ», έξι αντιτορπιλικά σε εφεδρεία και το υποβρύχιο «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» που καταλήφθηκε με μεγάλη δυσκολία στις 29 Απριλίου του 1944. Παραδόθηκε τέλος το Κεντρικό Προγυμναστήριο που βρίσκονταν σε κεντρική συνοικία στην Αλεξάνδρεια και που η κατοχή του από τους στασιαστές είχε προκαλέσει πολύ δυσμενή σχόλια σε βάρος μας.

Η καταστολή της Στάσης στη Μάλτα


Σοβαρές ανωμαλίες είχαν σημειωθεί και στα πλοία μας που ναυλοχούσαν στη Μάλτα, τρία υποβρύχια, το πλοίο συνοδείας υποβρυχίων «ΚΟΡΙΝΘΙΑ», το α/τ «ΣΠΕΤΣΑΙ» που βρίσκονταν σε εφεδρεία και δυο μικρά βοηθητικά. Όλα τα πλοία αυτά βρίσκονταν υπό τις διαταγές Πλοιάρχου, Ανώτερου Διοικητή Υποβρυχίων (Α.Δ.Υ.). Ο Αρχηγός του Στόλου με διέταξε να πάω στη Μάλτα, να αναλάβω προσωρινά τα καθήκοντα Ανωτάτου Ναυτικού Διοικητή, να αποκαταστήσω την τάξη και να εγκαταστήσω τον νέο Α.Δ.Υ., Πλοίαρχο Αντωνόπουλο. Ο Πλοίαρχος που υπηρετούσε στη θέση αυτή είχε συλληφθεί από τον Άγγλο Ναύαρχο και αποσταλεί με συνοδεία στην Αλεξάνδρεια, γιατί δεν είχε δεχτεί να υπηρετήσει υπό τις διαταγές του νέου Αρχηγού του Στόλου.


Έφθασα αεροπορικώς στη Μάλτα στις 26 Απριλίου 1944. Στο αεροδρόμιο με περίμενε ο Βρετανός Αντιναύαρχος και Ανώτατος Διοικητής Μάλτας, ο οποίος, πολύ ανήσυχος για όσα είχαν συμβεί, με οδήγησε αμέσως στο γραφείο του για να με κατατοπίσει. Την προηγούμενη μέρα, μόλις μαθεύτηκε η σύλληψη του Α.Δ.Υ., το μεγαλύτερο μέρος των πληρωμάτων των πλοίων μας βγήκαν στη στεριά και αρνήθηκαν να επιστρέψουν στα πλοία τους. Συνελήφθηκαν από τις βρετανικές αρχές και κλείστηκαν σε στρατόπεδο. Από συνολικά 456 άνδρες παρέμειναν στα πλοία μόνο οι 172, άλλοι από δική τους πρωτοβουλία και άλλοι κατόπιν εντολής των επιτροπάτων. Προηγουμένως, βρισκόταν στη Μάλτα και το α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ» που επρόκειτο να αναχωρήσει για την Μπιζέρτα για επισκευή. Πριν όμως αποπλεύσει, περί τους 100 άνδρες του αποβιβάστηκαν στη στεριά. Το πλοίο απέπλευσε με τους υπόλοιπους και γι αυτό ο Βρετανός Ναύαρχος μου ανέθεσε να διαβιβάσω στον Κυβερνήτη, Αντιπλοίαρχο Νεόφυτο, τα συγχαρητήριά του.

Μόλις πήρα τις πληροφορίες αυτές κάλεσα σε σύσκεψη τον αρχιεπιστολέα του Α.Δ.Υ., Αντιπλοίαρχο Ιατρίδη, τους Κυβερνήτες των πλοίων και τον Άγγλο Αντιπλοίαρχο Baker της Αγγλικής ναυτικής αποστολής στην Ελλάδα που υπηρετούσε από καιρό στην Α.Δ.Υ. Τους ανακοίνωσα ότι επιθυμούσα να ενημερωθώ για την κατάσταση πριν εκδώσω τις διαταγές μου. Αντιλήφθηκα τότε ότι βρισκόμουν μπρος σε ανθρώπους, κατά βάθος νομιμόφρονες,  που βρίσκονταν σε πλήρη παραζάλη. Βρισκόμενοι μακριά από το Κέντρο, έβλεπαν τα πράματα κάτω από το πρίσμα που τα παρουσίαζε ο τέως Α.Δ.Υ., η δε διαταγή του τέως Αρχηγού του Στόλου τους είχε δώσει την εντύπωση ότι επρόκειτο για κίνηση που είχε υιοθετηθεί από ολόκληρο το Ναυτικό. Είχαν υπογράψει τα πρωτόκολλα που τους είχαν παρουσιάσει τα επιτροπάτα χωρίς να είναι σε θέση να εξηγήσουν τους λόγους. Ακόμα και ο αρχιεπιστολέας, αξιωματικός δεξιών φρονημάτων που είχε διακριθεί σαν κυβερνήτης του υποβρυχίου «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ», όταν συνελήφθηκε ο Α.Δ.Υ. είχε εκδώσει ημερησία διαταγή που έδειχνε πλήρη σύγχυση. Για αυτόν τον λόγο αναγκάστηκα να διατάξω την αντικατάστασή του από τον Αντιπλοίαρχο Ζέπο, που είχε έρθει μαζί μου από την Αλεξάνδρεια, και να τον αποστείλω στην Αλεξάνδρεια. Κατέστησα σαφές στους κυβερνήτες  ότι τα πλοία έπρεπε να επανέλθουν στην οδό της νομιμότητας και ότι η περίοδος των επιτροπάτων και των πρωτοκόλλων είχε λήξει ανεπιστρεπτί. Έπρεπε να έχουν υπόψη τους ότι στο μέλλον οι αξιωματικοί θα διαφυλάσσουν την τιμή τους με τα όπλα και ότι όποιος δεν συμφωνεί όφειλε να μου το δηλώσει από τώρα. Αποφάσισα το επόμενο πρωί να επιθεωρήσω επίσημα επί του συνοδού «ΚΟΡΙΝΘΙΑ» τους αξιωματικούς και τους άνδρες που είχαν απομείνει, παρά τους ενδοιασμούς του Βρετανού Ναυάρχου που πήρε κατά τη διάρκεια της επιθεωρήσεώς μου έκτακτα μέτρα στη στεριά. Κατά την επιβίβασή μου δεν παρουσιάστηκε καμιά ανωμαλία και μου απονεμήθηκαν οι προβλεπόμενες από τον κανονισμό τιμές. Αφού επιθεώρησα τουςπαρατεταγμένους άνδρες, ανεγνώσθη αυστηρή ημερησία μου διαταγή και στηνσυνέχεια άλλη που αφορούσε την εγκατάσταση του νέου Α.Δ.Υ. Στη συνέχεια κάλεσα ιδιαιτέρως όλους τους αξιωματικούς και τους επανέλαβα ότι είχα πει και στους κυβερνήτες. Σε σχετική μου ερώτηση κανείς δεν έφερε αντίρρηση, οπότε δήλωσα ότι τη σιωπή θεωρώ σαν ανεπιφύλακτη αποδοχή των διαταγών μου.

Στη συνέχεια επιχειρήθηκε να επιστρέψουν στην οδό του καθήκοντος εκείνοι που είχαν συλληφθεί και κλειστεί στο στρατόπεδο. Ο Αντιπλοίαρχος Baker τους χώρισε σε τρεις ομάδες, μια των ανδρών του α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ», μια των υποτιθέμενων «καλών» από τους άνδρες του Α.Δ.Υ. και μια των υπολοίπων. Έγινε τότε προσπάθεια να διαβαστούν από τα μεγάφωνα στην ομάδα των «καλών» η ημερησία μου διαταγή και άλλη του νέου Πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου. Αυτοί όμως αρνήθηκαν να ακούσουν και φώναζαν ότι δεν αναγνώριζαν τη νέα Κυβέρνηση. Απέτυχε και προσπάθειά μας να διανείμουμε τις διαταγές αυτές με φυλλάδια. Σε αναφορά μου στον Βρετανό Ναύαρχο ανάφερα ότι οι άνδρες αυτοί έπρεπε να θεωρηθούν στασιαστές και να μεταφερθούν στην Αίγυπτο, καθώς ο ίδιος δεν επιθυμούσε να μείνουν στη Μάλτα. Μια τελευταία προσπάθεια να μεταπείσει ορισμένους άνδρες των υποβρυχίων, που γνώριζε προσωπικά και θεωρούσε πολύ καλούς, ανέλαβε ο Αντιπλοίαρχος Baker. Πράγματι χάρη στις προσπάθειές του, ίσως και επειδή στο μεταξύ είχαν πληροφορηθεί το οικτρό τέρμα της στάσης στην Αίγυπτο, πολλοί από αυτούς δέχτηκαν να γυρίσουν στις υπηρεσίες τους.

Μετά από παράκληση του Βρετανού Ναυάρχου, στις 29 Απριλίου πήγα αεροπορικώς στη Μπιζέρτα για να εξετάσω τη κατάσταση που επικρατούσε στο α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟ». Ο Κυβερνήτης του, ο Αντιπλοίαρχος Νεόφυτος που ήταν αρχιεπιστολέας μου στο α/τ «ΥΔΡΑ» κατά τη βύθισή του, με δάκρυα στα μάτια μου εξήγησε ότι είχε αναγκαστεί να διατάξει τους αξιωματικούς να υπογράψουν το πρωτόκολλο μετά το γενικό σήμα του τέως Αρχηγού του Στόλου. Ήταν έτοιμος να ακολουθήσει τη νέα γραμμή και να συνεχίσει τις πολεμικές του αποστολές, μόλις συμπληρωνόταν το πλήρωμά του. Διαβάστηκε η ίδια ημερήσια διαταγή μου, βρήκα σύμφωνους όλους τους αξιωματικούς σε όλα όσα τους είπα και, αφού παρέδωσα στις Βρετανικές Αρχές μικρό αριθμό ανδρών που θεωρούνταν ύποπτοι, επέστρεψα στη Μάλτα.

Ο Βρετανός Στόλαρχος της Μεσογείου είχε τη πρόθεση να στείλει στη Μάλτα τα αντιτορπιλικά «ΠΙΝΔΟΣ», «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ» και «ΜΙΑΟΥΛΗΣ» για εκκαθάριση από τα κακά στοιχεία. Ο Ναύαρχος της Μάλτας με ρώτησε αν οι άνδρες που είχαν παραμείνει στην Α.Δ.Υ. και εκείνοι που υπηρετούσαν στο α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟ», ενέπνεαν αρκετή εμπιστοσύνη για να χρησιμοποιηθούν γι αυτό το σκοπό. Μελέτησα τη κατάσταση και ανέφερα ότι δεν θεωρούσα τα πληρώματα αυτά κατάλληλα για επανάληψη επιχειρήσεως ανάλογης με εκείνη της Αλεξάνδρειας. Με παρεκάλεσε τότε, να μεταβώ αεροπορικώς στο Αλγέρι, να αναφέρω στον Αρχηγό του Βρετανικού Στόλου της Μεσογείου την κατάσταση που επικρατούσε στη Μάλτα και στη συνέχεια να μεταβιβάσω τις οδηγίες του στον Αρχηγό του Στόλου μας στην Αλεξάνδρεια. Βρήκα τον Ναύαρχο John Cunningham εξαιρετικά εξοργισμένο και αντιλήφθηκα ότι ήταν αποφασισμένος να βυθίσει κάθε πλοίο μας το οποίο μελλοντικά θα στασίαζε. Διέταξε οι εγκλεισμένοι στο στρατόπεδο να παραμείνουν προσωρινά στη Μάλτα με την ελπίδα ότι αρκετοί θα μετάνιωναν, ενώ οι υπόλοιποι θα μεταφέρονταν αργότερα σε στρατόπεδο αιχμαλώτων στην Αφρική. Αποφάσισε ακόμα τα τρία αντιτορπιλικά να μείνουν μακριά από τη Μάλτα, εκτός αν αρνιόνταν να εκτελέσουν αποστολές. Σε τέτοια περίπτωση θα έμπαιναν στην εφεδρεία και θα έληγε η παραχώρησή τους στοΕλληνικό Ναυτικό.

Τα τρία αντιτορπιλικά και τρία αρματαγωγά εξακολούθησαν να εκτελούν πολεμικές αποστολές  αλλά, στα περισσότερα από αυτά, παρέμεναν πυρήνες της στάσεως. Με πολλές δυσκολίες πέτυχε τελικά η εκκαθάριση των πληρωμάτων.»

=================================

Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης διηγείται:

«Μετά την καταστολή της στάσης του Ναυτικού, όπως ήταν επόμενο, τα πλοία και οι υπηρεσίες βρέθηκαν σε κατάσταση αποσύνθεσης. Ακολούθησε περίοδος εντατικών εκκαθαρίσεων από τα ύποπτα στοιχεία και ανασυγκρότησης. Νέα πληρώματα συγκροτήθηκαν και, μετά από επιμελή επιλογή, χρησιμοποιήθηκαν και από τα πλοία που στασίασαν όσοι αναμίχθηκαν στη στάση καλή τη πίστη καθώς και όσοι δεν είχαν πραγματική ανάμειξη. Το έργο που έγινε αποτελεί τίτλο τιμής για όσους το ανάλαβαν.

Παράλληλα με την ανασυγκρότηση, άρχισε σειρά ανακρίσεων, ανακριτικών συμβουλίων και δικών για την τιμωρία των υπευθύνων της στάσης. Ήταν τόσος μεγάλος ο αριθμός των κατηγορουμένων ώστε δεν επαρκούσαν οι ανακριτές, ναυτοδίκες και τα μέλη των ανακριτικών συμβουλίων, παρά την προσφυγή σε Έλληνες δικηγόρους της Αιγύπτου που ονομάστηκαν επίκουροι αξιωματικοί.

Υπήρξα πρόεδρος σε μερικά από τα ανακριτικά συμβούλια που συγκροτήθηκαν. Ένα από αυτά αποφάσισε να αποτάξει το νεαρό ανθυποπλοίαρχο που κατά τη κατάρρευση, όταν ήταν ύπαρχος, είχε οδηγήσει από δική του πρωτοβουλία το πλοίο του στη Σκάλα Μεγάρων για να συνενωθεί με τον Στόλο. Αυτός ο ίδιος κατά την τελευταία στάση είχε διατελέσει πρόεδρος του επιτροπάτου του πλοίου του! Αναπολώντας την παλιά λαμπρή διαγωγή του σκεπτόμουν πόσο θλιβερά είναι για τους αξιωματικούς τα αποτελέσματα των μικροφιλοδοξιών και της ανάμιξής τους στη πολιτική.

Το ζήτημα των κυρώσεων ήταν πολυσύνθετο.  Αναμφισβήτητα ο πέλεκυς της Δικαιοσύνης έπρεπε να πέσει βαρύς στους πρωταίτιους της στάσης για το φοβερό έγκλημα που διαπράχθηκε εν ώρα πολέμου. Καμιά επιείκεια δεν ήταν δυνατή για τους βαθμοφόρους που εκ των υστέρων αποδέχτηκαν με συμπάθεια τα αιτήματα των στασιαστών. Επιβάλλονταν ακόμα να παρθούν διοικητικά μέτρα και κατά εκείνων που, αν και δεν έλαβαν μέρος στη στάση και ήταν άκρως αντίθετοι προς αυτήν, λόγω της θέσης τους θα έπρεπε έγκαιρα να πάρουν τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψή της.   Η αυστηρή όμως και κατά γράμμα εφαρμογή των Στρατιωτικών Κανονισμών θα οδηγούσε στη διάλυση του Ναυτικού. Αρκεί να σκεφθεί κανείς τον αριθμό των βαθμοφόρων που κάτω από τη πίεση της ανάγκης υπόγραψαν πρωτόκολλα, τους κυβερνήτες που έστειλαν τηλεγραφήματα ζητώντας κυβερνητική μεταβολή κλπ. πιστεύοντας ότι μόνο έτσι θα συγκρατούνταν η κατάσταση…

Όλοι ήταν σύμφωνοι ότι το Ναυτικό έπρεπε να απαλλαγεί από εκείνους που δεν ενέπνεαν πια εμπιστοσύνη και ότι επιβάλλονταν η λήψη μέτρων για όσους είχαν επιδείξει χλιαρή στάση κατά την αντιμετώπιση αυτής της θλιβερής περιπέτειας. Στην εκτίμηση όμως του μέτρου εφαρμογής αυτών των αρχών υπήρχαν σοβαρές διαφοροποιήσεις στις οποίες υπεισέρχονταν πολύ και ο παλιός πολιτικός διχασμός μεταξύ των αποτάκτων του 1935 και αυτών που ήταν αντίθετοι σ’ αυτούς. Εκείνοι που συμπαθούσαν τους απότακτους προσπαθούσαν οι κυρώσεις να επιβληθούν σε εκείνους μόνο που φανερά έδειξαν την συμπάθειά τους προς τους στασιαστές. Από την αντίθετη πλευρά επιδιώκονταν το μέτρο να συμπεριλάβει όσο το δυνατόν περισσότερους απότακτους. Τέλος, υπήρχαν και μερικοί που έκριναν πως η στιγμή ήταν κατάλληλη για να γίνει παράλληλα και επαγγελματική εκκαθάριση που να επεκταθεί ακόμα και σ’ όσους βρίσκονταν στην Ελλάδα.

Καθώς δεν κατείχα υπεύθυνη θέση δεν είχα και την ευκαιρία να εκφράσω υπεύθυνη άποψη στα προβλήματα αυτά. Όμως, μετά από σχετική εγκύκλιο του Υπουργείου που ζητούσε τη γνώμη των αξιωματικών για τα αίτια της ανταρσίας, με μακροσκελή αναφορά μου γνωστοποιούσα τις απόψεις μου. Στην αναφορά αυτή συμπεριέλαβα όσα εγγράφως και προφορικά είχα εκθέσει από πολύ καιρό. Ήμουνα της γνώμης ότι οι ολιγάριθμοι πυρήνες των πραγματικών κομμουνιστών δεν θα έβρισκαν τόσο πρόσφορο έδαφος στα πληρώματα, αν δεν είχε προηγούμενα δημιουργηθεί ευνοϊκό έδαφος για κινήματα. Η ανοχή που είχε επιδειχθεί και η ικανοποίηση ομαδικών επιδιώξεων είχαν δώσει την εντύπωση ότι, πέραν από το κύρος των Νόμων και των βαθμών, υπήρχε και η δύναμη της μάζας των πολλών. Και όταν οι λίγοι που είχαν μυηθεί στους βαθύτερους σκοπούς της ανταρσίας έριξαν το απατηλό σύνθημα «ένωση όλων των Ελλήνων», η μεγάλη μάζα των αφελών και των καιροσκόπων έσπευσε να το υιοθετήσει. Εφόσον μέχρι τότε είχαν εύκολα πετύχει την αποδοχή προσωπικών επιδιώξεων, δεν φαντάζονταν ποτέ ότι θα συναντούσαν αντίδραση στην αποδοχή ενός αιτήματος που παρουσιάζονταν ως εθνικό!

Όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του ο νέος Υπουργός των Ναυτικών Α. Μυλωνάς, τον επισκέφθηκα και ανέπτυξα και σ’ αυτόν την ανάγκη ανασύστασης του Γ.Ε.Ν., ιδιαίτερα τότε που η ημέρα της απελευθέρωσης πλησίαζε. Ο Υπουργός επιθυμούσε πολύ αυτό διότι, καθώς ήταν επαγγελματίας πολιτικός, αντιλαμβάνονταν ότι η δικαιοδοσία του είχε περιοριστεί και με την ύπαρξη στο Υπουργείο Ανώτερης Ναυτικής Αρχής παράλληλα με τον Αρχηγό του Στόλου θα ενισχύονταν και η δική του δικαιοδοσία. Συναντούσε όμως μεγάλες αντιδράσεις, που ίσως να μην ήταν άσχετες με τις μεγάλες εκκαθαρίσεις στελεχών που σχεδίαζαν μερικοί, καθώς αν υπήρχε Γ.Ε.Ν. εκείνος θα ετοίμαζε τον σχετικό νόμο. Έτσι εξακολουθούσα να παραμένω άνεργος μέχρι το τέλος Αυγούστου του 1944 οπότε, ξαφνικά, ο Αρχηγός του Στόλου με πληροφορούσε ότι ετοιμάζονταν νέα οργάνωση του Ναυτικού στην οποία θα έπαιρνα τη θέση που άρμοζε στο βαθμό μου. Ο Υπουργός όμως που προφανώς διαφωνούσε με τη νέα οργάνωση αυτή είχε παραιτηθεί και τα καθήκοντά του είχε αναλάβει ο Πρωθυπουργός.

Η νέα Οργάνωση του Ναυτικού


Την 31η Αυγούστου 1944 δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ένας αναγκαστικός νόμος «Περί οργανώσεως του Β. Ναυτικού» με τον οποίο ανατρέπονταν η ισχύουσα προπολεμική νομοθεσία. Η νέα οργάνωση προέβλεπε τη δημιουργία ενός συλλογικού οργάνου Διοίκησης του Ναυτικού, αντίστοιχου προς τον θεσμό του Βρετανικού Ναυαρχείου. Έχω τη γνώμη ότι ο Αρχηγός του Στόλου αναγκάστηκε να εισηγηθεί την έκδοση αυτού του Νόμου για να δώσει διέξοδο στη κατάσταση που επικρατούσε στη Διοίκηση του Ναυτικού από την άφιξη του Στόλου στη Μέση Ανατολή, οπότε έπαυσαν να εφαρμόζονται οι θεσμοί  που ίσχυαν στην Ελλάδα και όλη η δικαιοδοσία συγκεντρώθηκε στο πρόσωπο του Αρχηγού του Στόλου. Βέβαια η πιο απλή λύση ήταν να επιστρέψουνε στους θεσμούς που ίσχυσαν προπολεμικά και αν χρειάζονταν κάποιας βελτίωσης, αυτό θα ήταν έργο του μεταπολεμικού Κράτους. Έχω όμως την εντύπωση ότι ορισμένοι ανώτεροι αξιωματικοί αντιδρούσαν κατά της φυσικής αυτής λύσης, γιατί δεν επιθυμούσαν να δουν να καταλαμβάνονται οι ανώτερες διοικητικές θέσεις από τους προϊστάμενους του Σώματος. Απ’ αυτή τη πλευρά το αποτέλεσμα της νέας οργάνωσης ήταν θετικό γιατί μπόρεσαν και πάλι να αναμιχθούν στην Διοίκηση του Ναυτικού οι παλιοί αξιωματικοί που είχαν μεγάλη πείρα.

Όμως, μια τόσο σοβαρή καινοτομία απαιτούσε μακρά μελέτη από αξιωματικούς με μεγάλη πείρα επιτελικών και οργανωτικών θεμάτων, ενώ ο κύριος συντάκτης του νόμου ήταν ένας αξιωματικός που είχε απομακρυνθεί το 1935 με τον βαθμό του Πλωτάρχη. Όπως αναφέρει η εισηγητική έκθεση του νόμου, για να συνταχθεί ο νόμος είχε ζητηθεί και η γνώμη του Βρετανού Ναυάρχου της Αλεξάνδρειας που είχε συμφωνήσει προς τις γενικές του αρχές. Ο Ναύαρχος όμως είχε γνωρίσει μόνο την περίεργη οργάνωση του Ναυτικού μας στη Μέση Ανατολή και αγνοούσε την προπολεμική, για να αποφανθεί αν υπήρχε λόγος βιαστικής μεταβολής της τις παραμονές της απελευθέρωσης. Εξ’ άλλου, από συζητήσεις που είχα μετά την απελευθέρωση με Αρχηγούς των Βρετανικών Ναυτικών Αποστολών, κατάληξα στο συμπέρασμα ότι ο θεσμός του Βρετανικού Ναυαρχείου στηρίζεται κυρίως σε άγραφες παραδόσεις και μόνο εκείνοι που υπηρέτησαν επί μακρόν σε αυτό γνωρίζουν καλά τις λεπτομέρειες της λειτουργίας του.

Το πρώτο ελάττωμα του νέου νόμου ήταν ότι επιχειρήθηκε μέσα σε δέκα μόνο άρθρα να περιληφθεί ο καταστατικός χάρτης του Ναυτικού και έτσι ήταν γεμάτος ασάφειες που δημιουργούσαν ζητήματα σε κάθε βήμα της εφαρμογής του. Ενώ διέφερε ουσιαστικά από αυτά που ίσχυαν στην Βρετανία, ήταν επίσης αντίθετο προς τις γενικές διατάξεις που ίσχυαν σε μας και καταργούσε ουσιαστικά τον Υπουργό των Ναυτικών. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση, με τον νέο θεσμό θα αποφεύγονταν η ολέθρια ανάμιξη της πολιτικής στα προσωπικά ζητήματα. Σύμφωνα όμως με τα όσα ίσχυαν και προπολεμικά, για τα ζητήματα αυτά οι αποφάσεις του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου ήταν υποχρεωτικές για τον Υπουργό. Το ζήτημα όμως δεν είχε σχέση με τους θεσμούς, αλλά με τον τρόπο που εφαρμόζονται. Αν η πολιτική ηγεσία επιθυμεί να αναμιχθεί στα της Διοίκησης του Ναυτικού με οποιοδήποτε θεσμό, μπορεί πάντα να βρει τρόπο αντικατάστασης των μελών του Ναυτικού Συμβουλίου που αντιδρούν στις επιθυμίες της. Μόνο όταν η πολιτική διαπαιδαγώγηση φθάσει και σε μας στο ύψος που βρίσκεται στη Βρετανία, η διοίκηση των ενόπλων μας δυνάμεων θα γίνει ανεξάρτητη.

Αργότερα, όταν ανέλαβα τη πρώτη θέση του Ναυτικού, επιχείρησα επανειλημμένα σε συνεργασία με τους Αρχηγούς των Βρετανικών Αποστολών, διατηρώντας την αρχή του νέου θεσμού να βελτιώσω τις διατάξεις του. Η αντίδραση όμως του πολιτικού κόσμου όλων των αποχρώσεων κατά του θεσμού αυτού ήταν τόσο έντονη ώστε ούτε συζήτηση δεχόντουσαν γι αυτόν, μέχρι την ημέρα που καταργήθηκε.

Πάντως, εφόσον ο Νόμος δημοσιεύτηκε έπρεπε να εφαρμοστεί. Δίδονταν διέξοδος στην κατάσταση που επικρατούσε, έστω και αν δεν ήταν η καλλίτερη. Σύμφωνα με τον νέο Νόμο, ο αποκαλούμενος Ναύαρχος- Αρχηγός έφερε το βαθμό του Αντιναυάρχου και ήταν συγχρόνως Αρχηγός του Ναυτικού, Αρχηγός του Γ.Ε.Ν. και Γενικός Επιθεωρητής του Β.Ν.  Μπορούσε ακόμα με ειδική Κυβερνητική διαταγή να εκτελεί και τα καθήκοντα του Αρχηγού του Στόλου…

Έτσι,  ο Ναύαρχος Βούλγαρης ονομάστηκε Ναύαρχος Αρχηγός, διατηρώντας παράλληλα και τα καθήκοντα του Αρχηγού του Στόλου. Σε εμένα, ως δεύτερο μέλος του Ναυαρχείου, ανατέθηκαν τα καθήκοντα του Υπαρχηγού του Γ.Ε.Ν. Ουσιαστικά όμως, λόγω της απασχόλησης του Αρχηγού με τον Στόλο, μου δόθηκε από τον Αρχηγό πλήρης  πρωτοβουλία στα θέματα του Γ.Ε.Ν.

Με αυτήν μου την ιδιότητα ασχολήθηκα αμέσως με την οργάνωση της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου, που είχε σχεδόν τελείως ατονήσει από τότε που μεταφέρθηκε το Ναυτικό στη Μέση Ανατολή. Ο νέος Νόμος του Ναυαρχείου, ανατρέποντας όλους τους προπολεμικούς θεσμούς, προέβλεπε ότι τα σχετικά με τη λειτουργία των διαφόρων Υπηρεσιών θα ρυθμίζονταν  με Οργανωτικές διαταγές. Για την σύνταξή τους απαιτήθηκε πολύς χρόνος και εντατική εργασία. Η ανάγκη έκδοσης των διαταγών αυτών ήταν εξαιρετικά επείγουσα, διότι όσοι υπηρετούσαν στο Κέντρο δεν γνώριζαν πλέον ποια ήταν τα καθήκοντά τους και ποια η δικαιοδοσία τους. Πολλές τέτοιες διαταγές μπορέσαμε να εκδώσουμε μέχρι τη μεταφορά του Ναυαρχείου στην Ελλάδα, οι υπόλοιπες εκδόθηκαν τους πρώτους μήνες μετά την απελευθέρωση. Γι’ αυτό το τελευταίο έργο δεν είχα κανένα βοηθό και αναγκάστηκα να το αναλάβω ο ίδιος προσωπικά. Από τους ανώτερους αξιωματικούς που διέθεταν την απαραίτητη μακρά πείρα και επιτελική κατάρτιση αρκετοί βρίσκονταν στην Ελλάδα και όσοι ήταν στην Αίγυπτο υπηρετούσαν στις Υπηρεσίες του Αρχηγού του Στόλου, ενώ μερικοί είχαν τεθεί εκτός υπηρεσίας λόγω της στάσης τους στη περίοδο της ανταρσίας. Ήταν μια ιδιαίτερα κοπιαστική εργασία, για μένα όμως πραγματική ανακούφιση μετά την καταναγκαστική αργία στην οποία είχα καταδικαστεί στη Μέση Ανατολή.

Παράλληλα, μελετήθηκε η λήψη των επιβαλλομένων διοικητικών μέτρων για εκκαθάριση του ανώτερου προσωπικού, κατόπιν της τελευταίας ανταρσίας. Η κυβέρνηση είχε ήδη καταλήξει σε μια σοβαρή απόφαση: Επειδή η απελευθέρωση πλησίαζε θα αναστέλλονταν κάθε άλλη ποινική δίωξη κατά των ενεχομένων στη στάση. Θα επιβάλλονταν μόνο διοικητικές κυρώσεις και μάλιστα όχι από τα συνήθη Ανακριτικά Συμβούλια, αλλά με βάση νόμο που ίσχυε από καιρό στη Μέση Ανατολή  και έδινε το δικαίωμα στον Υπουργό των Ναυτικών να αποτάξει αξιωματικούς για λόγους τάξης και πειθαρχίας. Ο νόμος αυτός θα εφαρμόζονταν μετά από γνωμοδότηση του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου, το οποίο συνήλθε υπό την Προεδρεία του Ναυάρχου Αρχηγού με ειδική δικαιοδοσία να αντικαθιστά και τον Υπουργό των Ναυτικών. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου μεταβίβασε την επιθυμία της Κυβέρνησης οι κυρώσεις να περιορισθούν μόνο σε εκείνους που έλαβαν ενεργό μέρος στη στάση και σε αυτούς που θα μπορούσαν μελλοντικά να δημιουργήσουν προβλήματα στο Ναυτικό. Ουσιαστικά δεν επρόκειτο να ζητηθούν ευθύνες για το παρόν, αλλά να εξασφαλιστεί το μέλλον.

Μέχρι τη λήψη αυτής της κυβερνητικής απόφασης , μερικοί είχαν ήδη καταδικαστεί από τα Ναυτοδικεία ή είχαν αποταχθεί από τα Ανακριτικά Συμβούλια. Αυτοί που αποτάχθηκαν μετά από απόφαση του Ανώτερου Ναυτικού Συμβουλίου ήταν αρκετοί και μεταξύ αυτών ήταν και δυο Πλοίαρχοι. Ήμουνα της γνώμης ότι το μέτρο θα έπρεπε να επεκταθεί και σε μερικούς άλλους, βρέθηκα όμως σε μειοψηφία. Αυτοί απομακρύνθηκαν σε μεταγενέστερες εκκαθαρίσεις.

Οι λίγες αυτές απομακρύνσεις δεν ικανοποίησαν όσους ζητούσαν γενική αποσυμφόρηση των στελεχών στη Μέση Ανατολή και απομάκρυνση σχεδόν όλων των στελεχών που είχαν παραμείνει στην Ελλάδα.  Μάλιστα ζητούσαν να απομακρυνθούν και τα περισσότερα στελέχη των βοηθητικών κλάδων, όπως του οικονομικού και του υγειονομικού, που ως επί το πλείστον είχαν παραμείνει στην Ελλάδα χωρίς να λαμβάνουν υπόψη ότι η επαναλειτουργία των υπηρεσιών αυτών δεν θα μπορούσε να γίνει με μόνο όσους είχαν υπηρετήσει στη Μέση Ανατολή.

Τελικά, συμφωνήσαμε ότι κάθε επιπλέον εκκαθάριση θα αναβληθεί για μετά την απελευθέρωση και μου ανατέθηκε να ετοιμάσω τον σχετικό σχέδιο νόμου.

Έτσι, προσωρινά απερίσπαστοι από προσωπικά ζητήματα μπορέσαμε να εργαστούμε, όσοι υπηρετούσαν στον Στόλο για την προπαρασκευή των σχετικών με την απελευθέρωση ενεργειών και όσοι υπηρετούσαν στο Υπουργείο για την οργάνωση των Υπηρεσιών του Κέντρου. Μια από τις κυριότερες απασχολήσεις του Στόλου τη περίοδο αυτή ήταν η προετοιμασία του αναγκαίου υλικού και προσωπικού για την εγκατάσταση Ναυτικών Διοικήσεων στα κυριότερα λιμάνια της Ελλάδος.

Με συγκίνηση είδαμε στις 13 Οκτωβρίου 1944 να αποπλέουν από την Αλεξάνδρεια προς την απελευθερωθείσα Πατρίδα το θωρηκτό «ΑΒΕΡΩΦ», τα πλοία των Ναυτικών Διοικήσεων και μερικές άλλες μονάδες υπό τον Αρχηγό του Στόλου. Τα υπόλοιπα μέλη του Ναυαρχείου διαταχθήκαμε να μείνουμε προσωρινά στην Αλεξάνδρεια για να συνεχίσουμε εκεί την υπηρεσία μας.»

======================


ΠΗΓΗ   =   http://www.mezeviris.gr/4decades.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου