Βιογραφικά στοιχεία
Γεννήθηκε το 1786. Γιος του βασιλιά Maximilian I (Μαξιμιλιανού του Α') , και της Wilhelmina του Hesse-Darmstadt. Υπηρέτησε στο στρατό του Βοναπάρτη, αλλά παρέμεινε πάντα πιστός οπαδός της ολοκληρωτικής αποδέσμευσης του μικρού καθολικού γερμανικού βασιλείου της Βαυαρίας από τη Γαλλία. Το 1810 παντρεύτηκε την Therese του Saxe-Hildburghausen και το 1825 διαδέχθηκε τον πατέρα του στον θρόνο.
Από μικρός είχε επιδείξει μεγάλη κλίση στην ποίηση, θαύμαζε τις καλές τέχνες και ήταν προστάτης πολλών νέων καλλιτεχνών. Φανατικός λάτρης της κλασικής ελληνικής αρχαιότητας και του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Με την ανάρρησή του στον θρόνο κατάφερε να υλοποιήσει πολλές από τις νεανικές επιδιώξεις του στον τομέα των γραμμάτων και των τεχνών.
Κινητοποιήθηκε για την ίδρυση Καθολικού Πανεπιστήμιου στο Μόναχο, αποδέχθηκε φυσικά την ανάδειξη του δευτερότοκου γιου του Όθωνα ως πρώτου Βασιλιά των Ελλήνων, ενώ με τη βοήθεια κορυφαίων αρχιτεκτόνων και ζωγράφων της εποχής φιλοτέχνησε το Μόναχο με εντυπωσιακά δημόσια κτίρια νεοκλασικού ελληνικού ρυθμού, όπως η Γλυπτοθήκη, η Πινακοθήκη, το Ωδείο, η Βαλχάλα κλπ.
Φιλελεύθερος μονάρχης αρχικά, εφάρμοσε πολιτική μείωσης της φορολογίας και παροχών στα λαϊκά στρώματα. Από το 1830 και ύστερα, μετά την Ιουλιανή Επανάσταση στη Γαλλία και την εκθρόνιση του αδελφού του Λουδοβίκου ΙΗ', Καρόλου του Χ, (του τελευταίου των Βουρβώνων) ακολούθησε και αυτός συντηρητική πολιτική και περιόρισε κατά πολύ τις πολιτικές ελευθερίες. Πάντως, αν και πολυδάπανος (μάλλον η λέξη σπάταλος είναι πιο ταιριαστή), αγαπήθηκε από πολλούς Βαυαρούς που πραγματικά πένθησαν όταν πέθανε στις 29 Φεβρουαρίου του 1868. Ο τάφος του βρίσκεται στο ναό του Αγίου Βονιφάτιου στο Μόναχο. Ήδη πολλά χρόνια πριν πεθάνει είχε παραιτηθεί υπέρ του αγαπημένου πρωτότοκου γιου του Μαξιμιλιανού του Δευτέρου. Ο λόγος της παραίτησης ήταν οι καταγγελίες εις βάρος του για ένα υπέρογκο δάνειο της Βαυαρίας υπέρ του Όθωνα και της Ελλάδας που είχε γονατίσει τα οικονομικά του μικρού Βαυαρικού κρατιδίου.
Γεννήθηκε το 1786. Γιος του βασιλιά Maximilian I (Μαξιμιλιανού του Α') , και της Wilhelmina του Hesse-Darmstadt. Υπηρέτησε στο στρατό του Βοναπάρτη, αλλά παρέμεινε πάντα πιστός οπαδός της ολοκληρωτικής αποδέσμευσης του μικρού καθολικού γερμανικού βασιλείου της Βαυαρίας από τη Γαλλία. Το 1810 παντρεύτηκε την Therese του Saxe-Hildburghausen και το 1825 διαδέχθηκε τον πατέρα του στον θρόνο.
Από μικρός είχε επιδείξει μεγάλη κλίση στην ποίηση, θαύμαζε τις καλές τέχνες και ήταν προστάτης πολλών νέων καλλιτεχνών. Φανατικός λάτρης της κλασικής ελληνικής αρχαιότητας και του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Με την ανάρρησή του στον θρόνο κατάφερε να υλοποιήσει πολλές από τις νεανικές επιδιώξεις του στον τομέα των γραμμάτων και των τεχνών.
Κινητοποιήθηκε για την ίδρυση Καθολικού Πανεπιστήμιου στο Μόναχο, αποδέχθηκε φυσικά την ανάδειξη του δευτερότοκου γιου του Όθωνα ως πρώτου Βασιλιά των Ελλήνων, ενώ με τη βοήθεια κορυφαίων αρχιτεκτόνων και ζωγράφων της εποχής φιλοτέχνησε το Μόναχο με εντυπωσιακά δημόσια κτίρια νεοκλασικού ελληνικού ρυθμού, όπως η Γλυπτοθήκη, η Πινακοθήκη, το Ωδείο, η Βαλχάλα κλπ.
Φιλελεύθερος μονάρχης αρχικά, εφάρμοσε πολιτική μείωσης της φορολογίας και παροχών στα λαϊκά στρώματα. Από το 1830 και ύστερα, μετά την Ιουλιανή Επανάσταση στη Γαλλία και την εκθρόνιση του αδελφού του Λουδοβίκου ΙΗ', Καρόλου του Χ, (του τελευταίου των Βουρβώνων) ακολούθησε και αυτός συντηρητική πολιτική και περιόρισε κατά πολύ τις πολιτικές ελευθερίες. Πάντως, αν και πολυδάπανος (μάλλον η λέξη σπάταλος είναι πιο ταιριαστή), αγαπήθηκε από πολλούς Βαυαρούς που πραγματικά πένθησαν όταν πέθανε στις 29 Φεβρουαρίου του 1868. Ο τάφος του βρίσκεται στο ναό του Αγίου Βονιφάτιου στο Μόναχο. Ήδη πολλά χρόνια πριν πεθάνει είχε παραιτηθεί υπέρ του αγαπημένου πρωτότοκου γιου του Μαξιμιλιανού του Δευτέρου. Ο λόγος της παραίτησης ήταν οι καταγγελίες εις βάρος του για ένα υπέρογκο δάνειο της Βαυαρίας υπέρ του Όθωνα και της Ελλάδας που είχε γονατίσει τα οικονομικά του μικρού Βαυαρικού κρατιδίου.
Ο Εστεμμένος Φιλέλλην
Με την ανάρρησή του στον θρόνο το 1825, ο Λουδοβίκος μετατρέπει το Μόναχο στο κέντρο του Παγκόσμιου Φιλελληνικού Κινήματος. Η περίφημη ρήση του, λίγες ημέρες πριν την ενθρόνισή του
«Καλύτερα πολίτης της Ελλάδας παρά κληρονόμος του θρόνου»,
έδειξε καθαρά τον βαθύτατα φιλελληνικό προσανατολισμό της πολιτικής του και της γνήσιας και ανυστερόβουλης φιλίας του για ένα μικρό επαναστατημένο Έθνος της Βαλκανικής. Έδειξε όμως καθαρά και τον χαρακτήρα του ανδρός.
Ο Λουδοβίκος στην κυριολεξία ξόδεψε υπέρογκα για την εποχή ποσά για την διατήρηση και τη σωτηρία της Ελληνικής Επανάστασης. Αρχικά προσέφερε 20.000 φιορίνια, ανώνυμα, ως χρήματα που προέρχονται «από έναν παλιό φίλο των Ελλήνων», σε ταμείο που άνοιξε στο Μόναχο μετά από έκκληση του. Απέστειλε στον Ελβετό τραπεζίτη Ευνάρ 435.000 φράγκα, για την απελευθέρωση των γυναικόπαιδων που μετά την καταστροφή του Μεσολογγίου είχαν πέσει στα χέρια των Τούρκων και θα πουλιόνταν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής.
Ιδιαίτερη ήταν η πρόνοια που επέδειξε για τα ορφανά των επαναστατών. Τριάντα από αυτά μεταφέρθηκαν στο Μόναχο και η πολιτεία ανέλαβε την εκπαίδευση τους. Ανάμεσα τους βρίσκονταν τα παιδιά σημαντικών ηρώων της επανάστασης, όπως των Ανδρούτσου, Μπότσαρη, Καραϊσκάκη, Μαυρομιχάλη, Κανάρη, Μεταξά, Τζαβέλλα και Κριεζή.
Ο πιο γνωστός Βαυαρός αξιωματικός που στάλθηκε στην Ελλάδα την περίοδο αυτή είναι ο Karl Heideck. Αυτός αποτελούσε ένα νέο και εντελώς πρωτότυπο είδος φιλέλληνα. Φορούσε βαυαρική στολή, είχε αποσταλεί ανοιχτά από τον βασιλιά της Βαυαρίας και υπαγόταν σε αυτόν διοικητικά. Έμεινε αρκετά χρόνια και μετά την εκλογή του Καποδίστρια ως προέδρου της προσωρινής κυβέρνησης, συνεργάστηκε με τον Φαβιέρο για τη δημιουργία του ελληνικού τακτικού στρατού.
Μετά την Ελληνική Ανεξαρτησία, ο Λουδοβίκος μη φειδόμενος εξόδων αφιερώνεται στην μνημειακή κατοχύρωση της Ελληνικής Επανάστασης. Στέλνει στην Ελλάδα το μεγάλο ζωγράφο της εποχής και ευνοούμενό του Peter Von Hess, για να εμπνευστεί από τα πεδία στα οποία εκτυλίχθηκαν οι σημαντικότερες μάχες της Ελληνικής Επανάστασης. Τα έργα του Hess, που εξιδανικεύουν τις πράξεις των ηρώων της Επανάστασης, αποτελούν μέχρι σήμερα τις κλασικές απεικονίσεις του επαναστατικού αγώνα. (Ας θυμηθούμε το πενηντάδραχμο στην καλή εποχή της δραχμής, όπου η μορφή της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας βασιζόταν σε απεικόνισή του).
Απέναντι από την Πύλη θριάμβου (Siegestor) που χτίστηκε σε ανάμνηση του βαυαρικού απελευθερωτικού αγώνα, ανοικοδομήθηκαν τα Προπύλαια, το κατεξοχήν μνημείο της Ελληνικής Επανάστασης. Το έργο αυτό, που στα 1846 ανέλαβε ο επίσης φιλέλληνας αρχιτέκτονας Leo Von Klenze, ήταν μοιραίο για τον Λουδοβίκο και ίσως να έθεσε σε δοκιμασία τα φιλελληνικά του αισθήματα. Όπως γράφει ο Klenze το δυτικό αέτωμα του μνημείου
παρουσίαζε την Ελλάδα, στην οποία οι νικητές σε στεριά και θάλασσα τις πρόσφεραν τις χαμένες επαρχίες και πόλεις. Το ανατολικό αέτωμα, το οποίο έβλεπε προς την πόλη, απεικόνιζε στο κέντρο τον Όθωνα, τον γιο του Λουδοβίκου και βασιλιά της Ελλάδας στον θρόνο του, να δέχεται τα σέβη του λαού, των τεχνών, και των επιστημών. Παράλληλα τα ανάγλυφα που διακοσμούσαν τους τέσσερις γωνιακούς πύργους και που είχαν μήκος 14 μέτρα και ύψος 2 μέτρα αναπαριστούσαν σκηνές από την Ελληνική Επανάσταση. Τον Μάρτιο του 1848 ο Λουδοβίκος αναγκάζεται να παραιτηθεί και να δώσει τη θέση του στον γιο του Μαξιμιλιανό. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, ο γλύπτης που είχε εμπνευστεί όλον αυτόν τον διάκοσμο, Ludwig Von Schwanthaler, πεθαίνει. Παρ' όλα αυτά ο Λουδοβίκος εμμένει στην οικοδόμηση των Προπυλαίων, χρηματοδοτεί ο ίδιος προσωπικά την ανέγερση τους.
«Την ίδια ημέρα που ο ζωγράφος σημείωνε στον τοίχο του μνημείου τα τελευταία ονόματα των Ελλήνων αγωνιστών, στην Ελλάδα γινόταν η εκθρόνιση του βασιλιά Όθωνα». Πολλοί ήταν εκείνοι που περίμεναν πως ο Λουδοβίκος εν βρασμώ ψυχής θα προχωρούσε στο γκρέμισμα του μνημείου. 0 φιλελληνισμός του όμως αποδείχτηκε ισχυρότερος από τις προσωπικές του περιπέτειες.
Επίμετρον - Η επιρροή των Βαυαρών στην Αρχιτεκτονική της Αθήνας
Ο Leo Von Klenze από το έτος 1812 άρχισε να εργάζεται για την ανάπλαση και τον εξωραϊσμό της Βαυαρικής πρωτεύουσας με σχέδια που άρχισαν να υλοπιούνται μετά το 1816, με έργα όπως ή οδός
προς τιμήν του Λουδοβίκου, (Ludwigstrabe), η πλατεία του Odeon (Odeonsplatz), η πλατεία του Βασιλέα (konigsplatz), η πλατεία των Βίττελομπαχ (Wittelsbacherplatz). Από τα κτίρια του Μονάχου αυτής της εποχής και λίγο αργότερα, με τον κλασσικό μνημειακό χαρακτήρα την σφραγίδα του Κλένζε φέρουν το Μέγαρο Μουσικής (Odeon), η Βαλχάλλα (Walhalla), η Πινακοθήκη, και ασφαλώς η Γλυπτοθήκη.
Στην Αθήνα ο Κλένζε θα φθάσει το έτος 1834 και με τις περγαμηνές και την εύνοια που ήδη τον
περιέβαλαν θα τεθεί επικεφαλής κλιμακίου πολεοδόμων, μηχανικών, και αρχιτεκτόνων, ανάμεσα τους, ο Κλεάνθης, ο Shaubert, ο Gartner. Είναι γνωστή η παρέμβαση του για την διόρθωση του αρχικού πολεοδομικού σχεδίου της Αθήνας των Shaubert και Κλεάνθη την οποία δυστυχώς επέβαλαν πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα.
Πάντως επιτέλεσε σημαντικό έργο στην Αθήνα. Το 1834 θα συνεργαστεί με τον αρχαιολόγο Ρος (Ludwig von Ross) μετέπειτα διευθυντή της αρχαιολογικής υπηρεσίας και έφορο αρχαιοτήτων, για το σχέδιο αποστρατιωτικοποίησης της Ακρόπολης του Βαυαρικού Υπουργείου
Στρατιωτικών, επειδή τα περιτειχισμένα αλλά και ερειπωμένα μνημεία, όπως ο ναός της Αθηνάς - Νίκης, εξακολουθούσαν να θεωρούνται και να είναι απλά τμήματα η οικοδομήματα του οχυρού που υπήρχε στην θέση της Ακρόπολης όπως μας είναι γνωστή σήμερα. Με φιλοπονία και συστηματικότητα θα αποκολληθούν οι προσθήκες αιώνων δομικών επιχρισμάτων, ώστε να αναδειχτούν τα Προπύλαια και θα αναστηλωθεί ο ναός της Αθηνάς-Νίκης προσωπικά από τον Κλένζε.
Παρά ταύτα , στο μέλλον και στα σύγχρονα ιστορικά συγγράμματα, ο Κλένζε και γενικά ο ευεργετικός ρόλος των Βαυαρών αρχιτεκτόνων και της γερμανικής πολεοδομικής επιστήμης θα αγνοηθεί εντελώς. Το μόνο που θα γραφτεί αργότερα είναι η άστοχη ιδέα και υπερβολική πρόταση του Κλένζε προς τον Όθωνα, να χτιστούν τα ανάκτορα πάνω στη Ακρόπολη. Ιδέα, που μπορεί σήμερα να μας φαίνεται εξοργιστική και εξωφρενική, αλλά ήταν απόλυτα λογική και διόλου πρωτότυπη εκείνη την εποχή όπου η λειτουργία του Ιερού χώρου της Ακρόπολης ήταν εντελώς χρηστική και όχι σχετιζόμενη με την τωρινή αρχαιολογική και ανεκτίμητη αισθητική σημασία. Γεγονός είναι ότι ο Λουδοβίκος αντέδρασε στην ιδέα αυτή, στοχαζόμενος τις μελλοντικές συνέπειες και κατά κάποιον τρόπο "τράβηξε το αυτί" του Όθωνα και του Κλένζε ώστε να μην υλοποιηθεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου